Θεέ μου «εγέννησάς με και έπλασάς με»,
και στο μάταιο τον κόσμο «παρέδωσάς με».
Κύριε, με ένδυσες με το φθαρτό τούτο σώμα,
όπως η Εύα και ο Αδάμ, που έγιναν από χώμα.
Αλλά μέσα στο ασθενή αυτό σώμα που με περιζώνει,
υπάρχει η θεία Σου Πνοή η Ζώσα, που με αναβιώνει.
Αυτό το έκανες για να μου δώσεις το δικαίωμα της Ζωής,
αν στη μάχη της ζωής αξιωθώ να βγω θριαμβευτής.
Χωρίς τη Χάρη Σου δεν δύναται ν’ αντέξω,
και απ’ τις πλάνες του εχθρού, να μπορέσω να ξεμπλέξω.
Γι’ αυτό βαπτίζομαι στο θάνατο και στην Ανάστασή Σου,
και περιμένω με ελπίδα και χαρά την συμπαράστασή Σου.
Ντύνω το σώμα μου με την πνευματική Σου πανοπλία,
και παρατάσσομαι θαρεττά[1],
μπροστά στου κόσμου τα θηρία.
Πόσο τρωτός και ευάλωτος Κύριε γίνομαι, εκτός της Χάριτός
Σου,
σαν καλαμιά στον κάμπο γίνομαι, που την «δέρνει» ο άνεμός
Σου.
Θαυμαστή και διακριτή είναι η επίπτωση της χάριτος στο
σώμα,
γιατί όταν η ψυχή πάλλεται και δοξολογεί, παίρνει θείο
χρώμα.
Το πρόσωπο φωτίζεται, η ψυχή μας γαληνεύει,
και αυτό στο σώμα φαίνεται, που θαρρείς αναριγεί.
Όταν η ψυχή αποστατεί και βουτηγμένη στα εγκόσμια
ραθυμεί,
το σώμα μαραίνεται, ρυπαίνεται και συχνά πυκνά ασθενεί.
Όταν η συνείδησή μας, παύσει να γρηγορεί και ν’ αγρυπνεί,
τότε το σώμα αλλοιώνεται, μαυρίζει όπως και η ψυχή.
Όταν δελεαζόμαστε από τα θέλγητρα του κακού, που μας ζημιώνουν,
τότε πειρασμικές αλυσίδες αιχμαλωσίας των παθών μας
ζώνουν,
Το πρόσωπο αλλοιώνεται, όλο και περισσότερο αγριεύει,
γίνεται υπόδουλο στο πάθος του θυμού, που συχνά
παραμονεύει.
Ο Κύριος μας δίδαξε για να είναι το σώμα υγιές,
πρέπει η ψυχή να τρέφεται με πνευματικές τροφές.
Το σώμα τότε δύναται ν’ ακολουθεί τη ψυχή,
όταν αυτή άρχει του σώματος, εις πολιτεία πνευματική.
Το σώμα «…ως ἄνθος μαραίνεται, καὶ ὡς ὄναρ παρέρχεται,…»
αλλά η ψυχή μένει και προς το βήμα της Κρίσεως ανέρχεται.
Πού ήταν τότε άνθρωπε και η δική σου η σταύρωση,
που να επιτρέψει τη δική σου ανάσταση και διάσωση;
Μήπως έτρεφες το σώμα σου παρά την εαυτού ψυχή,
γιατί στη βασιλεία του Θεού δεν θα έχεις πλέον μετοχή;
Μήπως για τα θεία και πνευματικά αργοσχολούσες,
και τα πρόσκαιρα και κοσμικά, περισσότερο ποθούσες;
Μην εμπίπτεις στην παγίδα του άσπονδου εχθρού,
αλλά ζήτησε το έλεος του φιλεύσπλαχνου Θεού.
Μην απογοητεύεσαι που το γήρας ασθενεί το σώμα,
η ψυχή σου να γεμίζει θεία Χάριτος, και ας είσαι πτώμα.
Κάποτε το σώμα δεν θα μπορεί, θα γείρει για να κοιμηθεί,
αλλά τα πεπραγμένα της ζωής, είναι απόδειξις ότι θ’
αναστηθεί.
Μην λυπάσαι άνθρωπε, που το ταξίδι της ζωής τελειώνει,
αλλά να ευφραίνεσαι που η ζωή παρά τω Θεώ ζυγώνει.
Την ιερά παρακαταθήκη μας ν’ αφήσουμε, στους δικούς μας
απογόνους,
για να πάρουν και αυτοί την άγουσα προς τους βασιλικούς, τους
θρόνους.
Μην λυπάσαι λοιπόν σώμα μου που σιγά σιγά μαραίνεις,
γιατί και εσύ με τη ψυχή, προς τη δόξα του Θεού
διαβαίνεις.
Παρέμεινε σώμα μου δοχείο Χάριτος και μην επαναστατείς,
και με στεφάνια αμάραντα, τη μέρα της Κρίσεως, θα
στολιστείς.
Σ’ αφήνω τώρα σώμα ν’ ακούσεις το κάλεσμα της ψυχής,
[1] «…Ανδρίζομαι…». Σημαίνει επιδεικνύω
ανδρικό φρόνημα και γενναιοψυχία. Ο χριστιανός ως στρατιώτης Ιησού Χριστού
οφείλει να είναι ανδρείος και θαρραλέος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου