1.
Έλεγαν για τον αββά Αγάθωνα ότι επί 3 χρόνια έβαζε πέτρα
στο στόμα του, έως ότου κατόρθωσε να σιωπά.
2.
Επισκέφθηκε κάποιος από τους γέροντες τον αββά Αχιλλά και
τον είδε να φτύνει αίμα και τον ρωτάει: «…Τι είναι αυτό πάτερ;…». Και
αποκρίθηκε ο γέροντας: Είναι λόγος αδελφός που με λύπησε και αγωνίστηκα να μην
το ανακοινώσω. Παρακάλεσα το Θεό να μ’ απαλλάξει απ’ αυτό και έγινε ο λόγος
αίμα στο στόμα μου και τον έφτυσα. Και έτσι βρήκα την ανάπαυσή μου και
λησμόνησα τη λύπη μου.
3. Έλεγε ο αββάς Βενιαμίν: «…Μόλις κατεβήκαμε από το θέρος
στη Σκήτη, μας έφεραν από την Αλεξάνδρεια ευλογία από ένα δοχείο λάδι
σφραγισμένο με γύψο. Όταν ήρθε πάλι η εποχή της συγκομιδής, ότι περίσσεψε το
έφεραν οι αδελφοί στην εκκλησία. Εγώ δεν είχα ανοίξει το δοχείο μου αλλά με τη
βελόνα το είχα τρυπήσει και χρησιμοποίησα λίγο και αυτό το ένιωθα σαν να είχαν
κάνει πολύ σπουδαίο πράγμα. Όταν όμως έφεραν οι αδελφοί τα δικά τους αγγεία
σφραγισμένα όπως ήταν και το δικό μου ήταν τρυπημένο, αισθάνθηκα από την ντροπή
μου σαν να είχα πέσει στο αμάρτημα της πορνείας…».
4.
Έλεγαν για τον αββά Ζ¨ηνωνα ότι βαδίζοντας κάποτε στην
Παλαιστίνη κουράστηκε και έκατσε να φάει κοντά σ’ έναν κήπο με αγγουριές. Και
του λέει ο λογισμός του: «…Πάρε ένα αγγουράκι και φάγε δεν είναι τίποτε αυτό…».
Κι αυτός απάντησε στο λογισμό του: Οι κλέφτες πάνε στην κόλαση. Δοκίμασε από ‘δω
αν μπορείς να υποφέρεις την κόλαση. Σηκώθηκε λοιπόν και στάθηκε στον καύσωνα 5
ημέρες. Και αφού τσιγαρίσθηκε είπε: Δεν μπορώ ν’ αντέξω την κόλαση! Λέγει τότε
στον λογισμό του: Αν δεν μπορείς, μην κλέβεις για να τρως.
5.
Είπε ο αββάς Ησαΐας: «…Τη σιωπή να την αγαπάς περισσότερο
από το λόγο. Γιατί η σιωπή φέρνει θησαυρό, ενώ η ομιλία τον διασκορπίζει…».
6.
Είπε ο αββάς Ιωάννης ο Κολοβός: «…Εάν ένας βασιλιάς
θελήσει να καταλάβει μια εχθρική πόλη, πρώτα δεσμεύει το νερό και την τροφή.
Και έτσι οι εχθροί κινδυνεύοντας να πεθάνουν από την πείνα υποτάσσονται σ’
αυτόν. Το ίδιο ισχύει και για τα σαρκικά πάθη. Εάν ο άνθρωπος ζήσει με νηστεία
και πείνα, οι εχθροί που είναι στη ψυχή του χάνουν τη δύναμή τους…».
7.
Είπε ακόμη: «…Ποιος είναι δυνατός όσο το λιοντάρι; Και όμως
εξαιτίας της κοιλιάς του πέφτει σε παγίδα και όλη η δύναμή του ταπεινώνεται…».
8.
Κάποιος αδελφός ρώτησε τον αββά Ισίδωρο, τον πρεσβύτερο της
Σκήτης: «…Γιατί οι δαίμονες σε φοβούνται τόσο πολύ;…». Και ο γέροντας του είπε:
«…Από την ώρα που έγινα μοναχός προσπαθώ να μην επιτρέπω την οργή ν’ ανέβει στο
στόμα μου[1]…».
9.
Είπε ο αββάς Μακάριος: «…Εάν επιπλήττοντας κάποιον
αισθανθείς μέσα σου να κινείται οργή, ικανοποιείς δικός σου πάθος. Και δεν σε
υποχρεώνει κανείς να χάσεις τον εαυτό σου, για να σώσεις άλλους…».
10. Πήγε κάποτε ο αββάς Μακάριος ο πολιτικός να κόψει
φοινικοβλαστούς μαζί με τους αδελφούς. Και του είπαν την 1η μέρα: Έλα
φάγε μαζί μας πάτερ. Και αυτός πήγε και έφαγε. Και την άλλη μέρα πάλι του είπαν
να φάει. Αυτός όμως δεν ήθελε να φάει και τους είπε: Εσείς έχετε ανάγκη να φάτε
παιδιά μου γιατί ακόμη είστε σαρκικοί[2].
Εγώ τώρα δεν θέλω να φάω.
11.
Είπε ο αββάς
Ποιμήν: «…Εάν ο Ναβουζαρδάν ο αρχιμάγειρος δεν ερχόταν, ο ναός του Κυρίου δεν
θα πυρπολούνταν[3]. Και αυτό σημαίνει ότι εάν
η απόλαυση της γαστριμαργίας δεν ερχόταν στην ψυχή, δεν θα έπεφτε ο νους νικημένος
στον πόλεμο του εχθρού…».
12.
Είπε πάλι ο αββάς
Ποιμήν: «…Εάν ο άνθρωπος θυμάται το ρητό της Γραφής, ότι, τα λόγια σου θα σε
δικαιώσουν και τα λόγια σου θα σε καταδικάσουν[4],
θα προτιμάει μάλλον να σιωπά…». Είπε ακόμη όταν ρωτήθηκε για το εάν είναι καλό
να επαινούμε τον πλησίον, πως, καλύτερη είναι η σιωπή.
13.
Είπε ο αββάς Ποιμήν: «…Όπως ο καπνός διώχνει τις μέλισσες
και τότε παύει να παράγεται ο γλυκύς καρπός της εργασίας τους, έτσι και η
σωματική ανάπαυση διώχνει το φόβο του Θεού από την ψυχή και χάνει όλη την καλή της
εργασία…».
14.
Είπε επίσης: «…Αυτός που έχει επανωφόρι ας το πουλήσει
και ας αγοράσει μαχαίρι[5].
Και αυτό σημαίνει ότι όποιος έχει ανάπαυση, ας την εγκαταλείψει και ας κρατήσει
τη στενή όδο…».
15.
Είπε ακόμη: «…Όταν ο Δαβίδ πάλεψε με το λιοντάρι,
πιάνοντάς το από το λαρύγγι το κατέκτησε και αμέσως το σκότωσε. Και εμείς
λοιπόν αν κυριαρχήσουμε στον λάρυγγα και στην κοιλιά μας, με τη βοήθεια του
Θεού θα νικούμε τον αόρατο λέοντα…».
16.
Είπε άλλη φορά ο αββάς Ποιμήν: «…Η ψυχή με τίποτα δεν
ταπεινώνεται αν δεν στερηθεί το ψωμί…».
17.
Ένας αδελφός ρώτησε τον αββά Σισόη της Πέτρας σχετικά με
το βίο του μοναχού. Και ο γέροντας του απάντησε: Ο Δανιήλ είπε, καμιά τροφή που
ικανοποιούσε την επιθυμία μου δεν έφαγα[6].
18.
Είπε η μακαρία Συγκλητική: Όπως τα θανατηφόρα θηρία τα
διώχνει το πιο ισχυρό φαρμάκι, έτσι και τους αμαρτωλούς λογισμούς τους απομακρύνει
η προσευχή που συνοδεύεται με τη νηστεία.
19.
Είπε πάλιν: «…Μη σε εξαπατήσει η καλοπέραση των πλουσίων
κατά κόσμον, σαν να έχει κάτι το χρήσιμο. Εκείνοι για πρόσκαιρη ευχαρίστηση
έχουν σε εκτίμηση τη μαγειρική τέχνη. Και εσύ νηστεύοντας με το λιτό σου φαγητό
να υπερακοντίζεις τη δική τους αφθονία στις τροφές. Γιατί η αγία Γραφή λέει: Ψυχή
που ζει μεσ’ την αφθονία, περιφρονεί την κηρήθρα. Μη χορτάσεις ψωμί και δεν θα
επιθυμήσεις κρασί[7]…».
20.
Ένας αδελφός ρώτησε τον αββά Τιθόη: «…Πώς να περιφρουρήσω
την καρδιά μου;…». Και ο γέροντας του λέει: Πώς να φυλάξουμε την καρδιά μας όταν
είναι ανοικτές η γλώσσα μας και η κοιλιά μας.
21.
Είπε ο αββάς Υπερέχιος: «…Η νηστεία είναι χαλινάρι για το
μοναχό εναντίον της αμαρτίας. Όποιος πετάξει το χαλινάρι αυτό, γίνεται σαν
ίππος θηλυμανής[8].
22.
Είπε πάλι: «…Εκείνος που δεν κυριαρχεί στη γλώσσα του σε
ώρα οργής, αυτός ούτε στα πάθη του θα κυριαρχήσει ποτέ…».
23.
Είπε ο ίδιος: «…Το φίδι με όσα ψιθύρισε έβγαλε την Εύα
από τον Παράδεισο[9]. Μ’ αυτό λοιπόν μοιάζει
εκείνος που φλυαρεί κατά του πλησίον. Γιατί και τη ψυχή αυτού που ακούει την
οδηγεί στην καταστροφή και τη δική του τη διακινδυνεύει…».
24.
Είπε πάλι: «…Το λιπόσαρκο από τη νηστεία σώμα του μοναχού
ανασύρει από τη ψυχή από το βυθό της θάλασσας και ξεραίνει τους αγωγούς των
ηδονών…».
25.
Κάποια φορά ένας αδελφός πείνασε από το πρωί και πολέμησε
με το λογισμό του να μη φάει ως τις εννιά. Έγινε εννιά, αλλά κατέβαλε την
προσπάθεια, έως ότου γίνει δώδεκα. Και όταν έγινε δώδεκα, έβρεξε ψωμί και
κάθισε να φάει αλλά και πάλι σηκώθηκε λέγοντας στο λογισμό του: Ας περιμένουμε
μέχρι τις τρεις. Και στις τρεις αφού έκανε την προσευχή του, είδε την ενέργεια (του
διαβόλου) να βγαίνει από εργόχειρό του και να ανεβαίνει σαν καπνός στον ουρανό
και έτσι έλαβε τέλος σ’ αυτόν το αίσθημα της πείνας.
26.
Ένας άλλος γέροντας επισκέφθηκε κάποιον από τους πατέρες.
Αυτός έψησε λίγη φακή και του είπε: Ας κάνουμε μια μικρή ακολουθία. Και διάβασε
ως το τέλος αυτός μόνο από το ψαλτήρι και ο αδελφός είπε από στήθους τους δύο
μεγάλους Προφήτες[10].
Ξημέρωσε και ο επισκέπτης γέροντας έφυγε και ξέχασαν την τροφή.
27.
Ένας μοναχός συνάντησε στο δρόμο μοναχές και έκανε πίσω. Και
του είπε η ηγουμένη: Εάν ήσουν τέλειος μοναχός, δεν θα μας έβλεπες σαν
γυναίκες.
28.
Κάποιος αδελφός στα Κελλία έφερε τα ψωμάκια του φρέσκα
και κάλεσε ασκητές γέροντες σε τράπεζα. Κι όταν έφυγαν ο καθένας από 2 ψωμάκια,
σταμάτησαν. Ο αδελφός όμως που γνώριζε τον κόπο της ασκήσεώς τους, έβαλε
μετάνοια και τους είπε: Χάριν του Κυρίου, φάτε σήμερα ώσπου να χορτάσετε. Και
έφαγαν άλλα 10 παξιμάδια ο καθένας. Να,
λοιπόν οι αληθινοί ασκητές πόσο λιγότερο έτρωγαν απ’ όσο χρειαζόταν για να
χορτάσουν.
29.
Ένας γέροντας επέβαλλε τον εαυτό του την άσκηση να μην
πιει 40 μέρες νερό. Και όταν έκανε καύσωνα έπλυνε το βαυκάλι[11],
το γέμιζε νερό και το κρεμούσε απέναντί του. Και όταν τον ρώτησε ένας αδελφός
γιατί το κάνει αυτό, απάντησε: Για να’ χει η δίψα μου περισσότερο κόπο και ο
μισθός μου απ’ τον Θεό να ‘ναι μεγαλύτερος.
30.
Είπε ένας γέροντας: Χωρίς κόπο κανένας δεν αποκτά αρετή.
Κι αν ακόμη την αποκτήσει, δεν κρατάει πολύ. Γιατί ο Κύριος υποσχέθηκε τη
Βασιλεία των Ουρανών σ’ αυτούς που πενθούν και πεινούν[12].
31.
Πήγε κάποτε ο
πρεσβύτερος της Σκήτης στον επίσκοπο της Αλεξάνδρειας. Όταν επίστρεψε τον
ρώτησαν ο αδελφοί: Πως είναι η πόλη; Και αυτός τους είπε: Αλήθεια, αδελφοί μου,
εγώ δεν είδα πρόσωπο ανθρώπου παρά μόνο τον αρχιεπίσκοπο. Οι αδελφοί όταν το
άκουσαν, θαύμασαν και ενισχύθηκαν από το λογισμό αυτό, για να προσέχουν για
να μην αφήνουν ακυβέρνητο το βλέμμα τους.
32.
Με κάποιον μεγάλο γέροντα συγκατοικούσε ένας αδελφός
αμελής. Αυτός καθώς έβλεπε τον γέροντα να τρώει 1 φορά την εβδομάδα, του λέει: Αββά,
λένε μερικοί ότι η πολλή άσκηση οδηγεί τον άνθρωπο στην υπερηφάνεια. Και ο
γέροντας αποκρίθηκε: Λοιπόν παιδί μου, αν με την αμέλεια έρχεται η ταπείνωση,
να πάμε να παντρευτούμε, να τρώμε κρέας, να πίνουμε κρασί. Αλλοίμονο μας, παιδί
μου, πως γινόμαστε παίγνιον των λογισμών και δεν το καταλαβαίνουμε; Δεν ακούς
τον Δαβίδ να λέει: Δες την ταπείνωσή μου και τον κόπο μου και συγχώρεσε όλες τις
αμαρτίες μου[13];
33.
Είπε άλλος γέροντας: Εάν πας σε κάποιον και γίνει
προσευχή και σου επιτρέψει να καθίσεις πες του: Πάτερ, πες μας ένα λόγο ζωής
πως θα βρούμε το Θεό και προσευχήσου για μένα, γιατί έχω πολλές αμαρτίες. Μέχρι
εκεί και να μην πεις τίποτε άλλο, εάν δεν σε ρωτήσει.
34.
Εάν είσαι ακόμη σε νεανική ηλικία, να αποφεύγεις το κρασί
σαν να’ ναι φίδι. Αν σε τράπεζα αγάπης πιεις λίγο, σταμάτα. Και αν αυτοί που σε
κάλεσαν σε εξορκίζουν και σου βάζουν μετάνοια, μη δίνεις σημασία στους όρκους τους.
Γιατί πολλές φορές ο Σατανάς σπέρνει τον λογισμό στους μοναχούς να αναγκάσουν τους
νέους για να πιουν κρασί. Ξέρει καλά ότι το κρασί και γυναίκες χωρίζουν από τον
Θεό.
35.
Είπε κάποιος γέροντας: Τίποτε άλλο δεν πλησιάζει τους μοναχούς
στο Θεό τόσο, όσο αυτή που απερίσπαστα παρέχει την ταιριαστή και αρεστή ζωή στον
Κύριο, δηλαδή η ωραία, σεμνή, και αγαπητή στο Θεό αγνότητα, όπως ακριβώς αυτό
το έχει φανερώσει το Πανάγιο Πνεύμα με το στόμα του φωστήρος Παύλου[14].
36.
Είπε ένας γέροντας: Η γαστριμαργία είναι η μητέρα της πορνείας.
Είπε επίσης: Αυτός που κυριαρχεί στην κοιλιά του μπορεί να κυριαρχεί και στην
πορνεία και στη γλώσσα.
37.
Κάποιος αδελφός ρώτησε ένα γέροντα: Τι να κάνω με την
κοιλιά μου που με στεναχωρεί; Τρώγω πολύ και δεν μπορώ να εγκρατευθώ και
λίγο-λίγο το σώμα μου πυρώνεται. Και ο γέροντας αποκρίθηκε: Εάν δεν βάλεις στη
ψυχή σου το φόβο του Θεού και δεν νηστεύεις, δεν πρόκειται να ορθοποδήσεις στον
δρόμο του Θεού.
38.
Πάλι ο αδελφός ρώτησε τον ίδιο γέροντα: Πως συμβαίνει και
με καταπιέζουν οι λογισμοί, και πολλές φορές αφού με αιχμαλωτίσουν, τους αποδοκιμάζω
αλλά δεν φεύγουν, μένουν στη θέση τους. Κι ο γέροντας του είπε: Εάν δεν τους πεις
πεινασμένος, φύγετε από μένα, δεν φεύγουν, παραμένουν, γιατί ενόσω βρίσκουν
ανάπαυση δεν απομακρύνονται.
[1] Ψαλ. (149, 6)
[2] Δηλαδή διατελείτε κάτω από την
εξουσία των αδυναμιών του φυσικού ανθρώπου
[3] Δ’ Βασ. (25, 8-21)
[4] Ματθ. (12, 37)
[5] Λουκ. (22, 36)
[6] Δαν. (10, 3)
[7] Παροιμ. (27, 7)
[8] Ιερ. (5, 8)
[9] Γεν. (3, 1-5)
[10] Ο προφήτης Ησαΐας και Ιερεμίας
θεωρούνται ως δύο από τους μεγαλύτερους προφήτες (από τον όγκο της συγγραφής τους).
[11] Βαυκάλι= Πήλινο ή γυάλινο δοχείο με
στενό λαιμό, κανάτι, σταμνί.
[12] Ματθ. (5, 4 & 6)
[13] Ψαλ. (24, 18)
[14] Α’ Κορ. (7, 35)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου