Είπε ο αββάς Ποιμήν: Ο περισπασμός είναι αρχή κακών. |
1.
Ο αββάς Αρσένιος όταν έφυγε από τον κόσμο και εντάχθηκε
στο μοναχικό βίο, πάλι προσευχήθηκε λέγοντας «Κύριε οδήγησέ με πως θα σωθώ». Και
άκουσε μια φωνή που του έλεγε: Αρσένιε, να φεύγεις, να σιωπάς, να ησυχάζεις,
γιατί αυτές είναι οι ρίζες της αναμαρτησίας.
2.
Κάποτε κάποιοι γέροντες πήγαν στον αββά Αρσένιο και τον
παρακάλεσαν θερμά να τους μιλήσει για τους ερημίτες μοναχούς, και μάλιστα γι’
αυτούς που δεν έχουν συναπαντήματα με άλλους ανθρώπους. Τότε ο γέροντας είπε: Όταν
η παρθένος μένει στο σπίτι του πατέρα της, πολλοί ζητούν να τη μνηστευθούν,
όταν όμως παντρευτεί, δεν αρέσει σε όλους. Άλλοι της βρίσκουν ψεγάδια και άλλοι
την επαινούν και δεν τιμάται όπως πρώτα, όταν ήταν κρυμμένη. Το ίδιο και τα
θέματα της ψυχής. Από τη στιγμή που κοινοποιούνται, δεν μπορούν να
ικανοποιήσουν όλους.
3.
Είπε ο αββάς Διάδοχος: Όπως ακριβώς οι πόρτες των λουτρών
που ανοιγοκλείνουν συνεχώς, γρηγορότερα διώχνουν τη ζεστασιά προς τα έξω, το
ίδιο και η ψυχή, όταν επιδιώκει πολύ τη συζήτηση, έστω κι αν καμιά φορά λέει
ωφέλιμα πράγματα, τη θέρμη της τη διασκορπίζει από τη θύρα της φωνής. Ωφέλιμη
οπωσδήποτε η σιωπή την κατάλληλη ώρα, γιατί δεν είναι τίποτε άλλο παρά
γεννήτρια βαθυστόχαστων νοημάτων.
4.
Είπε ο αββάς Δουλάς: Εάν ο εχθρός μας πιέζει να
εγκαταλείψουμε την ησυχία, μην τον ακούσουμε. Γιατί δεν υπάρχει τίποτε
αντίστοιχο να συμμαχήσει εναντίον του σαν την ησυχία και τη νηστεία. Αυτά τα
δύο χαρίζουν οξεία όραση στα εσωτερικά μάτια. Επίσης είπε: Κόβε τις σχέσεις σου
με τον πολύ κόσμο, μη σου δημιουργήσουν περισπασμό στον αγώνα σου εναντίον του
εχθρού και σου διαταράξουν την τάξη της ησυχαστικής σου ζωής.
5.
Κάποιος αδελφός ρώτησε τον αββά Ησαΐα: Πως πρέπει να
ησυχάζει κανείς μέσα στο κελί; Και αποκρίθηκε ο γέροντας: Το να ησυχάζει κανείς
στο κελί σημαίνει να εκθέτει συνεχώς τον εαυτό του ενώπιον του Θεού και να
επιστρατεύει όλη του τη δύναμη για να αντιστέκεται σε κάθε λογισμό που σπέρνει
ο εχθρός, γιατί αυτό σημαίνει αναχώρηση από τον κόσμο. Και είπε ο αδελφός: Τι
είναι κόσμος; Και ο γέροντας είπε: Κόσμος είναι το να διασπάται κανείς σε
πολλές και διάφορες υποθέσεις. Κόσμος είναι το να ενεργούν οι άνθρωποι τα
αντίθετα προς την ανθρώπινη φύση και να ικανοποιούν τα σαρκικά τους θελήματα.
Κόσμος είναι το να νομίσει κανείς ότι μένει παντοτινά στη ζωή αυτή. Κόσμος
είναι να φροντίζει για το σώμα προς βλάβη της ψυχής και να καυχιέται γι’ αυτά
που αφήνει πίσω του. Κι αυτά δεν τα είπα από μόνος μου, αλλά ο Ιωάννης ο
απόστολος είναι που τα λέει: Μην αγαπάτε τον κόσμο μήτε όσα είναι του κόσμου[1].
6.
Ο αββάς Θεόδωρος της Φέρμης είπε: Ο άνθρωπος που γνώρισε
τη γλυκύτητα του κελιού, αποφεύγει τον πλησίον του χωρίς αυτό να σημαίνει
περιφρόνηση. Είπε πάλι: Εάν δεν ξεκόψω τον εαυτό μου από αυτά τα αισθήματα
συμπάθειας, δεν θα μ’ αφήσουν να είμαι μοναχός.
7.
Είπε η αββάς Θεοδώρα: Καλό πράγμα είναι η ζωή της ησυχίας,
ο συνετός άνθρωπος ησυχάζει αληθινά, είναι σπουδαίο να ζει τον ησύχιο βίο η
μοναχή ή ο μοναχός και προπάντων οι νέοι. Να ξέρεις όμως ότι, αν κάποιος έχει
την πρόθεση να ζήσει τη ζωή της ησυχίας, έρχεται αμέσως ο πονηρός και βαρύνει
τη ψυχή με ακηδία, με αδιαφορία, με λογισμούς. Βαρύνει και το σώμα με
αρρώστιες, με ατονία, με λύσιμο των γονάτων και όλων των μελών. Γενικά παραλύει
τη δύναμη της ψυχής και του σώματος, οπότε λέει κανείς «είμαι άρρωστος και δεν
μπορώ να κάνω την ακολουθία μου». Όμως αν είμαστε νηφάλιοι[2],
όλα αυτά διαλύονται.
8.
Ένας αδελφός επισκέφθηκε στη Σκήτη τον αββά Μωυσή και του
ζήτησε να του πει κάποιο λόγο. Και ο γέροντας του λέει: Πήγαινε κάθισε στο κελί
σου και το κελί σου θα σου τα διδάξει όλα.
9.
Είπε ο αββάς Μωυσής: Ο άνθρωπος που αποφεύγει τους ανθρώπους,
μοιάζει με ώριμο σταφύλι, ενώ αυτός που βρίσκεται με ανθρώπους είσαι σαν
αγουρίδα.
10.
Είπε ο αββάς Μάρκος: Δεν είναι δυνατόν να ησυχάσει ο
νους, αν δεν ησυχάσει το σώμα, ούτε να γκρεμίσει τον τοίχο που τα χωρίζει χωρίς
ησυχία και προσευχή.
11.
Είπε ο αββάς Νείλος: Αυτός που αγαπά την ησυχία, δεν
τραυματίζεται από τα βέλη του εχθρού, ενώ όταν αναμιγνύεται με πλήθος κόσμου,
πληγώνεται συνεχώς. Π.χ. ο θυμός στον άνθρωπο που βρίσκεται σε ηρεμία,
παρουσιάζεται ηπιότερος και η επιθυμία στη ζωή της ησυχίας συνηθίζει να
ξεκινάει πιο ήρεμα και σύμφωνα με τη λογική. Αλλά και κάθε πάθος γενικά που δεν
ερεθίζεται, πάει σιγά-σιγά να μετριασθεί και κατόπιν αδρανεί εντελώς, καθώς με
τον καιρό λησμονεί τη συνηθισμένη του ενέργεια. Έτσι μένει σαν υπόλοιπο η ανάμνηση
των γεγονότων άτονη, αφού έχει υποχωρήσει η εμπαθής διάθεση.
12.
Είπε μια άλλη φορά: Η ησυχία είναι ωφέλιμη γι’ αυτόν τον
λόγο, γιατί δεν βλέπει αυτά που βλάπτουν. Και αυτό που δεν είναι ορατό, δεν
μπαίνει στη διάνοια. Και ότι δεν σχηματίζεται στη διάνοια, δεν θέτει σε
ενέργεια τη μνήμη με τη βοήθεια της φαντασίας. Και εκείνο που δεν υποκινεί τη μνήμη, δεν ερεθίζει το πάθος. Ενόσω δεν
υποκινείται το πάθος, ο εσωτερικός κόσμος έχει βαθιά γαλήνη και πολλή ειρήνη.
13.
Είπε ο αββάς Ποιμήν: Ο περισπασμός είναι αρχή κακών.
14. Είπε πάλι: Αν αγαπάς τη σιωπή, θα έχεις ανάπαυση, σε
όποιον τόπο και αν κατοικήσεις.
15. Είπε κάποιος από τους αγίους ότι είναι αδύνατο στον
άνθρωπο, εφόσον απολαμβάνει τη γλυκύτητα του κόσμου, να έχει και τη γλυκύτητα
του Θεού. Επίσης αν γευθεί τη γλυκύτητα του Θεού, μισεί τον κόσμο, όπως λέει η
αγία Γραφή: Κανείς δεν μπορεί να υπηρετεί δύο κυρίους[3].
Κι εμείς εφόσον θέλουμε τη συναναστροφή των ανθρώπων και τη σωματική ανάπαυση,
δεν μπορούμε ν’ απολαύσουμε τη γλυκύτητα του Θεού. Θέλω να πω το εξής, εάν κάποιος
μείνει στο κελί του και ασκήσει τη σιωπή δοσμένος ολόψυχα στην προσευχή και
στην εργασία του, μπορεί να επιτύχει τη σωτηρία του στη ζωή αυτή.
16.
Είπε η αμμάς Συγκλητική: Πολλοί αν και μένουν στο όρος,
κάνουν αυτά που κάνουν και οι άνθρωποι των πόλεων γι’ αυτό και χάνονται. Γιατί
είναι δυνατόν κάποιος να ζει με πολλούς, αλλά να μονάζει ως προς την εσωτερική
διάθεση και άλλος να μένει μόνος, αλλά με τη σκέψη να ζει με πολλούς.
17.
Είπε κάποιος γέροντας: Ο μοναχός οφείλει να αγοράσει την
ησυχία για τον εαυτό του με την απόφαση να αψηφήσει και τη σωματική ζημιά
ακόμη, εάν συμβεί.
18. Διηγήθηκε κάποιος ότι τρεις φιλόπονοι άνθρωποι, φίλοι μεταξύ τους, έγιναν μοναχοί. Ο 1ος διάλεξε σαν έργο του να ειρηνεύει τους ανθρώπους, ποτ είχαν εχθρικές σχέσεις μεταξύ τους, σύμφωνα με τον Ευαγγελικό λόγο: Μακάριοι οι ειρηνοποιοί. Ο 2ος να επισκέπτεται τους αρρώστους και ο 3ος έφυγε για να ησυχάσει στην έρημο.
Ο πρώτος λοιπόν, αν και κόπιασε για να σταματήσει τις διαμάχες των ανθρώπων, δεν μπόρεσε να τους θεραπεύσει όλους και, επειδή έπεσε σε ακηδία, πήγε σ’ αυτόν που υπηρετούσε τους αρρώστους και τον βρήκε κι αυτόν να παραμελεί το έργο του, καθώς δεν επαρκούσε να εφαρμόσει πλήρως την εντολή.
Συμφώνησαν λοιπόν και οι δύο και πήγαν αν δουν
τον ερημίτη. Του εξέθεσαν τη θλίψη τους και παρακάλεσαν να τους πει τι
κατόρθωσε αυτός. Εκείνος, αφού έμεινε αμίλητος για λίγο, έριξε κατόπιν νερό στη
λεκάνη και τους λέει: Προσέξτε το νερό. Ήταν βέβαια ταραγμένο. Και μετά από
λίγο τους λέει: Προσέξτε και τώρα πως έγινε το νερό. Και μόλις πρόσεξαν το
νερό, βλέπουν σαν καθρέπτη τα πρόσωπά τους. Τους λέει λοιπόν τότε: Έτσι είναι
κι αυτό που ζει ανάμεσα σε ανθρώπους. Εξαιτίας της ταραχής δεν βλέπει τα
σφάλματά του. Όταν όμως ησυχάσει και προπαντός στην έρημο, τότε βλέπει τα
ελαττώματα του εαυτού του.
19.
Είπε ένα γέροντας: Όπως ακριβώς σ’ ένα δρόμο, όπου πηγαινοέρχονται
πολλοί πεζοί, ποτέ δεν φυτρώνει χορτάρι ούτε κι αν το σπείρεις, γιατί πατιέται
το χώμα, έτσι συμβαίνει και με μας. Παραιτήσου από κάθε φροντίδα και θα δεις να
φυτρώνουν αυτά, που δεν γνώριζες ότι βρίσκονταν μέσα σου, επειδή πάνω σ’ αυτά
περιπατούσες.
20.
Κάποιος αδελφός ρώτησε έναν γέροντα: Αββά, είναι καλό να
κατοικήσει κανείς στην έρημο; Και ο γέροντας αποκρίθηκε: Οι Ισραηλίτες όταν
απαλλάχτηκαν από την περιπέτεια της ερήμου και έμειναν σε σκηνές, τότε τους δόθηκε
η γνώση πώς να ευλαβούνται το Θεό. Τα εμπορικά καράβια μένουν άπρακτα, καθώς
ταλαιπωρούνται μέσα στη θάλασσα, όταν όμως μπουν στο λιμάνι, τότε διεξάγουν το
εμπόριο τους. Και ο άνθρωπος, αν δεν παραμείνει υπομονετικά σ’ ένα τόπο, δεν θα
φθάσει στη βαθιά κατανόηση της αλήθειας. Άλλωστε ο Θεός πάνω από όλες τις αρετές
την ησυχία έβαλε. Γιατί λέει η αγία Γραφή: Σε ποιον θα στρέψω στοργικά το βλέμμα
μου παρά στον άνθρωπο τον πράο και ήσυχο, που τρέμει τους λόγους μου[4];
Είπε πάλι ο αδελφός: Πως είναι δυνατόν ο άνθρωπος να ζήσει ως ερημίτης; Και ο
γέρων απάντησε: Ο αθλητής αν δεν πυγμαχήσει με πολλούς, δεν μπορεί να μάθει τη
τέχνη να νικά, ώστε να μπορέσει έτσι τελικά να μονομαχήσει με τον αντίπαλό του.
Το ίδιο και ο μοναχός, εάν δεν εκπαιδευθεί μαζί με άλλους αδελφούς και δεν
μάθει την τέχνη των λογισμών, δεν μπορεί να εγκαταβιώσει μόνος και ν’
αντισταθεί στους λογισμούς.
21.
Μας διηγήθηκε ένας γέροντας: Ο γέροντας μου στη ζωή του
αγαπούσε να πηγαίνει στις πιο απόμακρες ερήμους κι εκεί να ησυχάζει. Μια φορά
λοιπόν του λέω: Αββά, γιατί έτσι φεύγεις στις ερήμους; Σου το λέω αυτό γιατί αυτός
που παραμένει στον κόσμο και για την αγάπη του Θεού βλέπει αλλά κάνει πως δεν
βλέπει, αυτός έχει μεγαλύτερο μισθό. Και μου απαντά ο γέροντας: Άκουσε με παιδί
μου, ο άνθρωπος, έως ότου έρθει στα μέτρα του Μωυσέως και γίνει υιός του Θεού,
δεν ωφελείται από τον κόσμο. Εγώ είμαι τέκνο του Αδάμ και όπως ο πατέρας μου,
μόλις δω τον καρπό της αμαρτίας, αμέσως τον επιθυμώ, τον παίρνω και τρώγοντάς
τον πεθαίνω. Γι’ αυτό οι πατέρες μας κατέφυγαν στις ερήμους κι εκεί, μη
βρίσκοντας τροφές που γεννούν τα πάθη, θανάτωσαν την κοιλιοδουλία.
22.
Ένα γέροντας είπε: Εκείνος που αμάρτησε στον Θεό, οφείλει
να ξεκόψει τον εαυτό του από κάθε ανθρώπινη αγάπη, έως ότου πληροφορηθεί ότι ο
Θεός έγινε φίλος του. Γιατί η αγάπη των ανθρώπων μας εμποδίζει από την αγάπη
του Θεού.
23.
Κάποιον αδελφό που έμενε στο όρος, τον πλησίασε ένας από τους
γέροντες της Λαύρας του Καλαμώνα και του λέει: Αδελφέ, πες μου τι κατόρθωσες
μέσα σε τόσο χρονικό διάστημα που ησυχάζεις και ασκείσαι; Και του απαντά ο
αδελφός: Πήγαινε και έλα ύστερα από 10 ημέρες και θα σου πω. Ο γέροντας έφυγε
και γύρισε μετά τη 10η μέρα, όμως βρήκε τον αδελφό νεκρό και σε ένα
κεραμίδι γραμμένο: Συγχώρεσε με πάτερ, ουδέποτε άφησα το νου μου στη γη,
κάνοντας τον κανόνα μου.
24.
Είπε πάλι: Παιδιά μου, εάν θέλετε να σωθείτε, να
αποφεύγετε τους ανθρώπους. Εμείς σήμερα δεν σταματάμε να χτυπάμε κάθε
αρχοντικού την πόρτα και να φέρνουμε γύρους σ’ όλες τις πόλεις και τους αγρούς
μήπως και μπορέσουμε να κάνουμε προμήθειες για τη φιλαργυρία με την κενοδοξία μας
και γεμίσουμε τις ψυχές μας με ματαιότητα. Είπε πάλι: Λοιπόν παιδιά μου, ας φύγουμε
γιατί ο Κύριος είναι εγγύς[5].
25.
Κάποιος αδελφός ρώτησε ένα γέροντα: Τι είναι ησυχία και
σε τι ωφελεί; Κι ο γέροντας του είπε: Ησυχία είναι το να μένεις στο κελί σου με
επίγνωση και φόβο Θεού, αμκριά από τη μνησικακία και την υψηλοφροσύνη. Μια
τέτοια ησυχία γεννά όλες τις αρετές και προστατεύει τον μοναχό από τα πυρωμένα
βέλη του εχθρού και δεν τον αφήνει να πληγώνεται απ’ αυτόν.
Ω ησυχία, προκοπή των μοναχών
Ω ησυχία σκάλα, που οδηγείς στον ουρανό
Ω ησυχία, δρόμος που βγάζεις στη Βασιλεία των Ουρανών
Ω ησυχία, μητέρα της κατάνυξης
Ω ησυχία, που προξενείς μετάνοια
Ω ησυχία, που είσαι καθρέπτης των αμαρτιών και δείχνεις
στον άνθρωπο τα αμαρτήματά του
Ω ησυχία, που δεν βάζεις εμπόδιο στα δάκρυα και τους στεναγμούς
Ω ησυχία, που λαμπρύνεις τη ψυχή
Ω ησυχία, που γεννάς την πραότητα και συγκατοικείς με την
ταπείνωση
Ω ησυχία, που εξασφαλίζεις μόνιμη την ειρήνη στον άνθρωπο
Ω ησυχία, που είσαι αγγέλων σύντροφος
Ω ησυχία, που φωταγωγείς τον νου
Ω ησυχία, αχώριστα δεμένη με φόβο Θεού, φρουρός των
λογισμών, συνεργός διακρίσεως
Ω ησυχία, γεννήτρια κάθε καλού, βάση και θεμέλιο της νηστείας,
χαλινάρι της γλώσσας, κώλυμα γαστριμαργίας
Ω ησυχία, σχολή προσευχής και μελέτης
Ω ησυχία, γαλήνη λογισμών και απάνεμο λιμάνι
Ω ησυχία, που κάμπτεις τον Θεό με τις ικεσίες σου
Ω ησυχία, που είσαι όπλο των νέων, γιατί παρέχεις φρόνημα
αμετάτρεπτο και εξασφαλίζεις την αταραξία σ’ όσους επιθυμούν να παραμένουν στο
κελί τους
Ω ησυχία, ζυγός χρηστός και φορτίο ελαφρό που αναπαύεις
και εξυψώνεις αυτόν που σε κρατάει στα χέρια του
Ω ησυχία, αγαλλίαση της ψυχής και της καρδιάς
Ω ησυχία, που μεριμνάς τα εαυτής απερίσπαστη και
συνομιλείς με το Χριστό έχοντας αδιάκοπη τη μνήμη του θανάτου
Ω ησυχία, χαλινάρι ματιών ακοής και γλώσσας
Ω ησυχία, που νύκτα και μέρα αναμένεις τον Κύριο και
διατηρείς άσβεστη τη λαμπάδα, γιατί Αυτόν ποθείς και ακατάπαυστα ψάλλεις: Είναι
έτοιμη η καρδία μου, Θεέ μου, είναι έτοιμη[6]
Ω ησυχία, που εξαφανίζεις την αλαζονεία και αντί γέλιου
κατεργάζεσαι τα δάκρυα σ’ αυτόν που σε έχει κατακτήσει
Ω ησυχία, που πολεμάς την αναίδεια και μισείς την
παρρησία αναμένοντας τον Χριστό
Ω ησυχία, μητέρα της ευλάβειας
Ω ησυχία, δεσμωτήριο παθών
Ω ησυχία, κτήμα του Χριστού που παράγει καρπούς αγαθούς
Ναι αδελφέ μου, αυτή κάνε κτήμα σου,
διατηρώντας παντοτινά στη μνήμη σου τον θάνατο, γιατί δεν γνωρίζεις ποια ώρα
έρχεται ο κλέφτης[7]. Έχε λοιπόν άγρυπνη
φροντίδα για την ψυχή σου.
[1] Α΄ Ιωα. (2, 15)
[2] Νηφάλιοι: Αυτός που βρίσκεται σε
πνευματική εγρήγορση.
[3] Ματθ. (6, 24)
[4] Ησ. (66, 2)
[5] Φιλ. (4, 5 – 6)
[6] Ψαλ. (56, 8)
[7] Ματθ. (24, 42-44) & Λουκ. (12, 39-40)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου