Ευαγγέλιο
Κυριακής: Λουκά. (12, 16 – 21)
«…Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολὴν ταύτην· ἀνθρώπου τινὸς
πλουσίου εὐφόρησεν ἡ χώρα· 17 καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ λέγων· τί ποιήσω, ὅτι
οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου; 18 καὶ εἶπε· τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς
ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα
τὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου, 19 καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου· ψυχή, ἔχεις πολλὰ
ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε,
εὐφραίνου. 20 εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Θεός· ἄφρον, ταύτῃ τῇ
νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται; 21 οὕτως ὁ
θησαυρίζων ἑαυτῷ, καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν. ταῦτα λέγων ἐφώνει· ὁ ἔχων ὦτα
ἀκούειν ἀκουέτω.…»
ΑΝΑΛΥΣΗ
Αυτήν την
Κυριακή έχουμε την παραβολή του άφρονος
πλουσίου. Ο πλούσιος στην παραβολή έπεσε στο πάθος της φιλοκτημοσύνης και
έγινε πλεονέκτης, αληθινός ειδωλολάτρης, που αντί το Θεό λάτρευε τον υλικό
πλούτο, κάτι που μπορεί να συμβεί στον καθένα από μας.
Το πάθος
της πλεονεξίας, δηλ. της κατοχής υλικών αγαθών πέραν των όσων έχουμε ανάγκη,
δημιουργεί και ελλοχεύει κινδύνους για τη σωτηρία μας.
Ενώ ο
πλούσιος προγραμμάτιζε «…εἰς ἔτη πολλά…», έχοντας πάντα ως μέτρο τον
πλούτο του, το πρωί ο θάνατος τερμάτισε τη ζωή του. Αλλά πριν ο ίδιος,
είχε τερματίσει ο ίδιος τη ζωή του (πνευματικός χωρισμός), παραδίδοντάς την
ψυχή του εις θάνατο, ζώντας την κόλαση του χωρισμού από το Θεό και από όλους
τους ανθρώπους.
Ο Χριστός τον αποκαλεί «…ἄφρον…» γιατί όλη η
αποτυχία στη ζωή του οφειλόταν στην αφροσύνη του. Ας δούμε όμως τα λάθη του
πλουσίου για ν’ αποφύγουμε και να εργασθούμε ώστε να γίνουμε πλούσιοι εις Θεόν.
1. Η ζωή του πλουσίου
Η βασική
αμαρτία του πλουσίου ήταν ότι ζούσε χωρίς Θεό, απορρίπτοντας τις άγιες εντολές
του Θεού, που η τήρησή τους είναι η ίδια η αιώνια Ζωή. Ζούσε υπηρετώντας και
γαλουχώντας τις ανάγκες της σαρκικής φύσεως Του, που μετουσιώθηκαν σε πάθη.
Η τροφή
του ήταν υλική και όχι πνευματική. Συντηρούσε μόνο την σάρκα του και όχι τη
ψυχή του. Οδηγούσε την «πανάκριβη» ψυχή
του εις την απώλεια και στο θάνατο, γιατί τη στερούσε από την «πνοή της ζωής»,
τη ζωή της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, που ζωοποιεί τα πάντα.
Η
καθημερινή ζωή χωρίς Θεό, ήταν η μεγάλη δυστυχία του. Επειδή ο άνθρωπος δεν
μπορεί να ζήσει χωρίς Θεό, ο πλούσιος αντικατέστησε το Θεό με τον πλούτο. Έκανε
δηλ. τον πλούτο τον δικό του «θεό». Η δίψα της ψυχής του για το Θεό, την
μετέτρεψε σε δίψα για τον πλούτο. Απ’ αυτόν το «θεό» εξαρτούσε τη μακροημέρευσή
του, την ευτυχία του.
Το αποτέλεσμα ήταν να γίνει ειδωλολάτρης, αφού λάτρευε
τον πλούτο. Ο ίδιος ο απόστολος των εθνών Παύλος στην προς Κολοσσαείς
επιστολή του (Κολ. 3, 5) «…νεκρώσατε οὖν
τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ
τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία…» κατατάσσει την πλεονεξία (την
οποία χαρακτηρίζει ως ειδωλολατρία) στο ίδιο επίπεδο με την πορνεία και τ’ άλλα
ακάθαρτα πάθη.
Ο πλούσιος
ήταν πλήρως εξαρτημένος από τη φθαρτή ύλη, πράγμα που τον καθιστούσε πραγματικά
πτωχό. Δεν είχε νοήσει ότι ο πραγματικό και άφθαρτος πλούτος πηγάζει από τη
σχέση αγάπης που έχει κάποιος με το Θεό. Ο πνευματικός πλούτος είναι αυτός που
μας καθιστά άφθαρτους, ασφαλείς, αλώβητους.
Η
εξάρτηση του στην ύλη τον καταντά να σκέφτεται πλεονεκτικά, συμφεροντολογικά,
χωρίς συμπόνοια για τους γύρω του, αφού οι λογισμοί του και οι σκέψεις του ήταν
πώς ν’ αποθηκεύσει όλο και περισσότερα αγαθά, «…οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω
τοὺς καρπούς μου…», για να συνεχίσει να ζει τη «χοιρώδη» και γεμάτη
πλεονεξία ζωή του. Η μέριμνα του ήταν να φυλάξει και όχι να διαμοιράσει. Ο
σκοπός της ζωής του ήταν η αφθονία και όχι η λιτότητα. Στήριζε την μακροζωία
του στο να συσσωρεύει πλούτο, αλλά αγνοούσε ότι η μακροζωία του είχε άμεση
σχέση με τον πνευματικό πλούτο και όχι τον υλικό.
Αν
ενδιαφερόταν για την σωτηρία του το «…εὐφόρησεν ἡ χώρα…», θα το απέδιδε στο Θεό, και θα ανταπέδιδε τις δωρεές αυτές εις δοξολογία
στον Δωροδότη Θεό. Ως ένδειξη εναγκαλισμού της αγάπης του Θεού, θα φρόντιζε να
σκορπίσει εις ελεημοσύνες, τα αγαθά, κρατώντας μόνο τα απαραίτητα για τη δική
του βίωση. Αληθινή είναι η ζωή που κοινωνείται, προσφέρεται, διαμοιράζεται,
ως αποτέλεσμα αγάπης.
2. Ο πλούτος ο ισχυρότερος πειρασμός
Οι Πατέρες της Εκκλησίας τονίζουν πως από τους τρείς
πειρασμούς, της γαστριμαργίας, κενοδοξίας και φιλοχρηματίας, ο «…της
φιλοχρηματίας εστίν ισχυρότερος…». Γι’ αυτό και ο διάβολος όταν «επείραζον» τον
Χριστό μας στην έρημο, χρησιμοποιώντας τους 3 πειρασμούς για να τον υποτάξει,
άφησε τη φιλοχρηματία τελευταία, έχοντας την, ως το πιο ισχυρό πειρασμό.
Μόνο ο φωτισμένος της Χάρης του Θεού, μπορεί να υπερβεί
τον πειρασμό της προσκόλλησης στον πλούτο και να παραμείνει «άμωμος» και να μην
πορευθεί πίσω από τον πλούτο που είναι ειδωλολατρία.
3.
Σχεδιασμοί προς θάνατο
Ο πλούσιος πιστεύει πως όσο πιο πολλά έχει, τόσο
περισσότερο ευτυχής πιστεύει πως θα γίνει. Γι’ αυτό και σκέφτεται να χαλάσει
τις αποθήκες και να κτίσει άλλες μεγαλύτερες για ν’ αποθηκεύσει «…πάντα τὰ γενήματά καὶ τὰ ἀγαθά…» του.
Αυτό που δεν περνάει από το μυαλό του, είναι, πως δύναται
ο πλούτος, ένα πράγμα ρευστό, που δεν έχει σταθερότητα, αλλά ρέει από τον ένα
στον άλλο, να μπορεί να του εξασφαλίσει τη χαρά και την ευτυχία.
Το «…εὐφραίνου…» του
πλουσίου μεταποιείται σε οδύνη. Είναι μια ευφροσύνη στιγμιαία φαινομενική, που
προέρχεται από τα πάθη και την υποδούλωση και στη συνέχεια αφανίζεται. Και τότε
όλοι οι στόχοι του πλουσίου για ανάπαυση και χαρά «…εἰς ἔτη πολλά…» καταντούν
μια χίμαιρα, πλήρης ματαιότητα και αποτυχία.
Ευφροσύνη ΔΕΝ είναι το «…φάγε, πίε, εὐφραίνου…»,
αλλά το «…ἐσθίητε καὶ πίνητε ἐπὶ τῆς τραπέζης μου ἐν τῇ βασιλείᾳ
μου…» Λουκ. (22, 30).
Ο άνθρωπος που επιθυμεί αγαθά πέραν της χρήσεως, έχει τη
νόσο της πλεονεξίας ή της φιληδονίας ή της κενοδοξίας όπως λένε οι Πατέρες. Ο
άνθρωπος όμως που ζει κατά Θεό, θεωρεί πως το πιο μεγάλο αγαθό που κληρονόμησε
απ’ όλα τα’ αγαθά του κόσμου, έιναι ότι κλήθηκε με τα’ όνομα του Χριστού,
δηλαδή Χριστιανός.[1]
Έλαβε την κατά Χάριν υιοθεσία και έγινε τέκνο Θεού. Είναι ο πλούτος της Χάριτος
του Θεού, που δίνει πληρότητα στον άνθρωπο.
Ο Κύριος μας είπες πως όποιος ζητεί «…πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ…» Ματθ. (6, 33) δεν θα στερηθεί τα υλικά αγαθά ούτε
και στο ελάχιστο.
4.
Ας κτίσουμε αποθήκες Χάριτος
Οι αποθήκες που ήθελε να οικοδομήσει ο
πλούσιος, ήταν αποθήκες «αδικίας» όπως μας διαμηνύει ο Μέγας Βασίλειος. Και επί
αυτού μας λέει «…Αφάνισε κάθε κτίριο που γίνεται φυλακτήριο της πλεονεξίας.
Δείξε στον ήλιο το μουχλιασμένο σιτάρι. Βγάλε από τη φυλακή του τον φυλακισμένο
πλούτο…». Είναι ο αγώνας νέκρωσης του πάθους, που αρχίζει μέσα μας. Η ψυχή
απαλλάσσεται από το πάθος αυτό, όταν κατευθύνεται προς το Θεό.
Όσο ο άνθρωπος ασκείται και αγωνίζεται κατά Θεό, τόσο ο
άνθρωπος μέσα του κτίζει αποθήκες που δεν παλιώνουν, αλλά και γεμίζουν με
πλούτο πνευματικό, που δεν δύναται να κλαπεί, αλλά και ούτε ν’ αποκοπεί όπως τα
σημερινά κουρέματα. Ο πλούτος αυτός, όχι μόνο διαφυλάσσεται αλλά και τοκίζεται,
όχι όπως τα επίγεια τραπεζικά επιτόκια,
αλλά τοκίζεται «εκατονταπλάσια» αποδίδοντας πλούτο πέραν από κάθε ανθρώπινης
νόησης.
Ας γίνει κύριο μέλημά μας, πως γνώρισμα των μαθητών του Θεού δεν είναι ο πλούτος των χρημάτων, αλλά ο πλούτος της αγάπης. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου