A’ Κορ. (15, 1 – 11)
«…Ἀδελφοί,
γνωρίζω ὑμῖν τὸ εὐαγγέλιον ὃ εὐηγγελισάμην ὑμῖν, ὃ καὶ παρελάβετε, ἐν ᾧ καὶ ἑστήκατε,
δι᾽ οὗ καὶ σῴζεσθε, τίνι λόγῳ εὐηγγελισάμην ὑμῖν εἰ κατέχετε, ἐκτὸς εἰ μὴ εἰκῇ ἐπιστεύσατε.
Παρέδωκα γὰρ ὑμῖν ἐν πρώτοις, ὃ καὶ παρέλαβον, ὅτι Χριστὸς ἀπέθανεν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν
ἡμῶν κατὰ τὰς γραφάς, καὶ ὅτι ἐτάφη, καὶ ὅτι ἐγήγερται τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ κατὰ τὰς
γραφάς, καὶ ὅτι ὤφθη Κηφᾷ, εἶτα τοῖς δώδεκα· ἔπειτα ὤφθη ἐπάνω πεντακοσίοις ἀδελφοῖς
ἐφάπαξ, ἐξ ὧν οἱ πλείους μένουσιν ἕως ἄρτι, τινὲς δὲ καὶ ἐκοιμήθησαν· ἔπειτα ὤφθη
᾽Ιακώβῳ, εἶτα τοῖς ἀποστόλοις πᾶσιν· ἔσχατον δὲ πάντων ὡσπερεὶ τῷ ἐκτρώματι ὤφθη
κἀμοί. ᾽Εγὼ γάρ εἰμι ὁ ἐλάχιστος τῶν ἀποστόλων, ὃς οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς καλεῖσθαι ἀπόστολος,
διότι ἐδίωξα τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ· χάριτι δὲ Θεοῦ εἰμι ὅ εἰμι· καὶ ἡ χάρις αὐτοῦ
ἡ εἰς ἐμὲ οὐ κενὴ ἐγενήθη, ἀλλὰ περισσότερον αὐτῶν πάντων ἐκοπίασα, οὐκ ἐγὼ δὲ,
ἀλλ’ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σὺν ἐμοί. Εἴτε οὖν ἐγὼ εἴτε ἐκεῖνοι, οὕτω κηρύσσομεν καὶ
οὕτως ἐπιστεύσατε....».
ΑΝΑΛΥΣΗ
Στο 15ο
κεφάλαιο της προς Κορινθίους επιστολής, ο Παύλος μας μιλά για την ανάσταση των
νεκρών. Αφορμή του αναφερθέντος θέματος, ήσαν πως κάποιοι Κορίνθιοι,
επηρεασμένοι από κάποιες φιλοσοφικές ιδέες, αρνούνταν να πιστέψουν στην
ανάσταση των νεκρών.
Για να θεμελιώσει ο
Παύλος τη διδασκαλία του, αναφέρει και αναλύει την κοινή πίστη των αποστόλων
στην Ανάσταση του Χριστού, που αποτελεί τη βάση της αναστάσεως και των νεκρών.
Ο Χριστός μας είναι
ο «πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν», η
απαρχή της νέας ζωής, της κενής, η απαρχή της αναστάσεως πάντων των
κεκοιμημένων και των «εφεξής
κοιμηθησομένων». Αποτελεί την μετάβαση από το θάνατο στη ζωή την αιώνια. Οι
πιστεύοντες στην ανάσταση του Θεανθρώπου, προσδοκούν και την ανάσταση των
νεκρών και γι’ αυτό το λόγο βαπτίζονται στο θάνατο και στην Ανάσταση Αυτού.
Έτσι θα συναντηθούν με Εκείνον και θ’ απολαμβάνουν ζωή αιώνιο στα δεξιά του
Χριστού.
Στο πρόσωπο του
Χριστού βρίσκει πλήρωση η προφητεία του προφητάνακτος Δαβίδ «οὐκ ἐγκαταλείψεις τήν ψυχήν μου εἰς Ἅδην, οὐδέ
δώσεις τόν ὅσιόν σου ἰδεῖν διαφθοράν» Πράξ. (2, 27) & Ψαλ. (15, 10).
===========================================================
«...Ἀδελφοί,
γνωρίζω ὑμῖν τὸ εὐαγγέλιον ὃ εὐηγγελισάμην ὑμῖν, ὃ καὶ παρελάβετε, ἐν ᾧ καὶ ἑστήκατε,
δι᾽ οὗ καὶ σῴζεσθε, τίνι λόγῳ εὐηγγελισάμην ὑμῖν εἰ κατέχετε, ἐκτὸς εἰ μὴ εἰκῇ ἐπιστεύσατε...».
στιχ. (1-2)
«…παρελάβετε, εστήκατε, σῴζεσθε…». Με τα τρία αυτά ρήματα ο Παύλος
περιγράφει τη στάση που υπέδειξαν οι Κορίνθιοι απέναντι στο Ευαγγέλιο του
Χριστού, που ο ίδιος τους είχε κηρύξει. Παραμένοντας
σταθερά προσηλωμένοι στο Ευαγγέλιο που διδάχθηκαν, αυτή θα είναι και η εγγύηση
της σωτηρίας τους.
Ο όρος για την Χριστώ σωτηρία είναι η «κατοχή», δηλ. η συγκράτηση και η
διαφύλαξη του Ευαγγελίου που είχαν παραλάβει.
Το «…ἐκτὸς εἰ μὴ εἰκῇ ἐπιστεύσατε…» θέλει να
υποδηλώσει πως η πίστη των Κορινθίων στο Χριστό μπορεί ν’ αποβεί μάταιη, χωρίς
νόημα και χωρίς αξία, αν τελικά απιστούσαν στην ανάσταση των νεκρών που τους
έχει κηρύξει ο απόστολος Παύλος.
«...Παρέδωκα
γὰρ ὑμῖν ἐν πρώτοις, ὃ καὶ παρέλαβον, ὅτι Χριστὸς ἀπέθανεν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν
κατὰ τὰς γραφάς…» στιχ. 3
Στον παρόντα στίχο ο απόστολος αρχινά την αναφορά
του στο περιεχόμενο του ευαγγελίου που τους είχε κηρύξει. Το Ευαγγέλιο που τους
κήρυξε δεν το εφεύρε ο ίδιος. Δεν είναι προϊόν ανθρωπίνων λογισμών, αλλά
διδασκαλία την οποία παρέλαβε. Ο θάνατος του Χριστού «…ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν…»
συνιστά το θεμέλιο της σωτηρίας και την κορυφαία αλήθεια της πίστεως που
πιστεύει και ομολογεί η Εκκλησία.
Ο Χριστός, αναμάρτητος όντας,
πέθανε όχι για τον εαυτό του αλλά για μας. Ο θάνατός Του, αφορούσε τις δικές
μας αμαρτίες και «απέθανε» κατά τας γραφάς, όπως δηλαδή έχει προλεχθεί και
προφητευθεί, όπως και άλλα σημεία της ζωής του Χριστού, για να καταστήσουν σαφή
και απόδειξη τρανή της θεϊκής Του παρουσίας και προέλευσης.
«...καὶ
ὅτι ἐτάφη, καὶ ὅτι ἐγήγερται τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ κατὰ τὰς γραφάς...». στιχ. 4
Υπογραμμίζοντας κι εδώ ο Παύλος την ταφή του Χριστού, βεβαιώνει ακόμη
περισσότερο το θάνατό Του, και την ανάστασή Του εκ νεκρών.
Το «…εγήγερται…» που χρησιμοποιεί ο απόστολος, ο χρόνος του ρήματος
είναι παρακείμενος, δηλ. κάτι που έγινε και εξακολουθεί να ισχύει. Η ανάσταση
του Κυρίου έγινε αλλά το αποτέλεσμα εξακολουθεί να υφίσταται, εξακολουθεί να
έχει και να ασκεί τη δύναμή της.
Το «…τῇ τρίτῃ κατὰ τὰς γραφάς…», προεικονίζεται κατά τας γραφάς
με τον Ιωνά που υπήρξε 3 ημέρες εις την κοιλιά του θαλάσσιου κήτους και εξήλθε
κατόπιν αβλαβής. Έτσι και ο Χριστός και Κύριός μας, κατέβηκε εις τον άδη και
ανήλθε αλώβητος και νικητής του θανάτου, με
την εκ νεκρών ανάστασή του.
«…καὶ
ὅτι ὤφθη Κηφᾷ, εἶτα τοῖς δώδεκα…» στιχ. 5
O Παύλος που κατατάσσει 1ον τον Πέτρο ανάμεσα στους αποστόλους
αναφέρει την εμφάνιση του Χριστού σ’ αυτόν, αν και το Ευαγγέλιο αναφέρει πρώτα
την εμφάνιση του Χριστού στην Μαρία τη Μαγδαληνή. Όμως μεταξύ των ανδρών
εμφανίστηκε στο Πέτρο πρώτο.
«…ἔπειτα
ὤφθη ἐπάνω πεντακοσίοις ἀδελφοῖς ἐφάπαξ, ἐξ ὧν οἱ πλείους μένουσιν ἕως ἄρτι,
τινὲς δὲ καὶ ἐκοιμήθησαν· ἔπειτα ὤφθη
᾽Ιακώβῳ, εἶτα τοῖς ἀποστόλοις πᾶσιν…» στιχ. 6-7
Για να προσδώσει περισσότερη αδιαμφισβήτητη αξία στην παρουσία του
Χριστού μετά το θάνατό Του, και να δώσει μια ακαταμάχητη απόδειξη της
αναστάσεως του Χριστού μας, αναφέρει ότι γύρω στα 500 άτομα είναι που
εμφανίστηκε ο Χριστός, στα οποία οι περισσότεροι είναι εν ζωή και αποτελούν
μαρτυρία «μέγα».
«…ἔσχατον
δὲ πάντων ὡσπερεὶ τῷ ἐκτρώματι ὤφθη κἀμοί…» στιχ. 8
Τελευταίον απ’ όλους, ο Παύλος μνημονεύει τον εαυτόν του. Αλλά το «…ἔσχατον δὲ πάντων…» δεν προσδιορίζει μόνο
τη χρονική σειρά των γεγονότων, αλλά θέλει ν’ αναδείξει και τη βαθιά ταπείνωση
του Παύλου, ως τελευταίο όλων. Το επιβεβαιώνει αυτό και η φράση «…ὡσπερεὶ τῷ ἐκτρώματι…». Έκτρωμα είναι το
έμβρυο που το αποβάλλει πρόωρα η έγκυος γυναίκα. Όπως λοιπόν είναι υποδεέστερο
το έμβρυο από το παιδί που γεννιέται, και αποβάλλεται, έτσι και ο Παύλος
υστερεί και είναι υποδεέστερος των άλλων αποστόλων.
«…Εγὼ
γάρ εἰμι ὁ ἐλάχιστος τῶν ἀποστόλων, ὃς οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς καλεῖσθαι ἀπόστολος, διότι
ἐδίωξα τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ…» στιχ. (9)
Ο παρών στίχος αιτιολογεί τον
προηγούμενο στίχο και τον χαρακτηρισμό του εκτρώματος που προσέδωσε ο απόστολος
στον εαυτό του. Ονομάζει τον εαυτόν του
«…ελάχιστο των αποστόλων…» όχι μόνο των 12 αλλά και «απάντων» των
αποστόλων.
Η ομολογία αυτή φανερώνει τη βαθιά ταπείνωσή του. Η συνεχής μνήμη της
προγενέστερης του ζωής, τον έκανε να μην περηφανεύεται για όλα τα θαυμαστά
αποτελέσματα της αποστολικής του δράσης, αλλά και αύξανε την ευγνωμοσύνη του
προς το Θεό, ο οποίος τον έλκυσε κοντά Του, και τον ενίσχυε πλουσίως με την
Χάρη Του για την εκπλήρωση της αποστολής του.
«…χάριτι
δὲ Θεοῦ εἰμι ὅ εἰμι· καὶ ἡ χάρις αὐτοῦ ἡ εἰς ἐμὲ οὐ κενὴ ἐγενήθη, ἀλλὰ περισσότερον
αὐτῶν πάντων ἐκοπίασα, οὐκ ἐγὼ δὲ, ἀλλ’ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σὺν ἐμοί…» στιχ. (10)
Ο Παύλος εκφράζει σ’ αυτόν το στίχο και πάλι την βαθιά ταπεινοφροσύνη του
και ότι ήταν σαν κλητός απόστολος το πέτυχε χάρη στη χάρη του Θεού. Βλέπουμε
συνεχώς τον απόστολο να λογίζεται συνεχώς τα ελαττώματά του και να παραγράφει
τα κατορθώματά του. Ο απόστολος αποδίδει τα πάντα στα όσα πέτυχε στη χάρη του
Θεού καθώς και επίσης το «…εκοπίασα περισσότερων πάντων…» το αποδίδει στη χάρη και
τη δύναμη του Θεού. Παρόλο που εργάστηκε περισσότερο απ’ όλους τους αποστόλους,
δεν φρονεί τον εαυτό του, αλλά τα’ αποδίδει στη χάρη του Θεού που τον έχει
επισκιάσει και ενεργούσε δι’ αυτού.
«…Εἴτε
οὖν ἐγὼ εἴτε ἐκεῖνοι, οὕτω κηρύσσομεν καὶ οὕτως ἐπιστεύσατε …» στιχ. (11)
Ο Παύλος εδώ αναφέρει δια της εξουσίας και κλήσης του Θεού αναδείχθηκαν
απόστολοι. Επομένως είτε αυτός κηρύσσει, είτε κάποιος άλλος απόστολος
κηρύττουνε το ίδιο Ευαγγέλιο. Ομοφωνούνε άπαντες Ιησού Χριστό τον Υιό του Θεού
τον Ζώντα. Εδώ ο απόστολος δεν είπε «κηρύξαμε» αλλά «κηρύττομεν». Ο ενεστώτας
χρονικά έρχεται να υποδηλώσει ότι το κήρυγμα των αποστόλων συνεχιζόταν και θα
συνεχίζεται να γίνεται μέχρι των εσχάτων χρόνων. Μέσα στην Εκκλησία το έργο της
διδασκαλίας της πίστεως λειτούργησε και συνεχίζει να λειτουργεί σ’ αυτά τα
πλαίσια, της παράδοσης και της παραλαβής και πάλι της παράδοσης.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ένας
είναι ο Κύριος, ο λυτρωτής και Σωτήρας μας Ιησούς, μια η πίστη, ένα το
βάπτισμα. Αυτήν την πίστη μας την παρέδωσαν οι απόστολοι, οι οποίοι την
διδάχτηκαν από τον ίδιο τον Χριστό. Από τους αγίους αποστόλους την παρέλαβαν οι
πρώτες γενεές των χριστιανών που και εκείνες με τη σειρά τους την παρέδωσαν
στις επόμενες, για να φθάσει μέσω των αιώνων και στη δική μας εποχή,
καθοδηγούμενη πάντα από το Άγιο Πνεύμα.
Όπως κάθε
προγενέστερη χριστιανική γενιά, παραλάβαμε τη ΜΙΑ και ΑΛΗΘΙΝΗ πίστη του Χριστού
και από τότε αγωνιζόμαστε να τη ζήσουμε και να την διατηρήσουμε καθαρή και
ανόθευτη, ώστε να την παραδώσουμε και εμείς στους νεωτέρους μας.
Η θεμελιωδέστερη
αλήθεια που την προσδιορίζει εμφατικά ο απόστολος είναι ότι ο Χριστός πέθανε
για τις αμαρτίες μας. Ενταφιάστηκε και την 3η ημέρα αναστήθηκε
σύμφωνα με τα όσα προφητικά μας έχει διδάξει η Παλαιά Διαθήκη.
Ο
Χριστός με το θάνατο Του εξαφάνισε την αμαρτία, την κακία και το θάνατο,
δίνοντάς μας την αντικειμενική δυνατότητα να βαδίσουμε στο δρόμο της αφθαρσίας,
της αθανασίας και της δόξας του Θεού και στο τέλος να κερδίσουμε την αιώνια σωτηρία.
Μόνο ζώντας εν Χριστώ όσο είμαστε εν ζωή, ο θάνατος δεν θα αποτελεί φρικτό
γεγονός, ο φόβος θα εξαλειφτεί και θα γίνει θύρα προς την αιωνιότητα.
Ως χριστιανοί κι
εμείς είμαστε μέτοχοι και κληρονόμοι αυτής της πίστεως. Πιστεύουμε και
ομολογούμε αυτές τις κορυφαίες αλήθειες. Από την ώρα του βαπτίσματός μας έχουμε
αναλάβει την ιερή ευθύνη να μη ζούμε πλέον
«εαυτοίς» αλλά να είμαστε διάκονοι των «πάντων» προάγοντας το
χριστιανικό πνεύμα αγάπης και αλτρουισμού. Πορευόμαστε τηρώντας πιστά και με
αυταπάρνηση το Ευαγγέλιο του Εσταυρωμένου και αναστημένου Χριστού και
προσδοκούμε με πόθο και τη δική μας ανάσταση. Γένοιτο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου