Ευαγγέλιο Κυριακής: Μάρκ. (8, 34 – 9, 1)
«…34 καὶ
προσκαλεσάμενος τὸν ὄχλον σὺν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· ὅστις θέλει
ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν
σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. 35 ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ
σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ
εὐαγγελίου οὗτος σώσει αὐτήν. 36 τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν
κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; 37 ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς
ψυχῆς αὐτοῦ; 38 ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ
ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν
ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων.
1 και ἔλεγεν αὐτοῖς· ἀμὴν
λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως
ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει…».
Βρισκόμαστε στα μέσα της Αγίας Σαρακοστής και η Αγία
Εκκλησία προβάλλει στους πιστούς τον Τίμιο Σταυρό για προσκύνηση.
«…Τον
Σταυρόν Σου προσκυνούμεν, Δέσποτα, και την αγίαν Σου Ανάστασιν δοξάζομεν…»
Ο ύμνος αυτός δεσπόζει την Γ’ Κυριακή των Νηστειών και
συνδέει το πάθος και την οδύνη του Σταυρού με τη δόξα της Αναστάσεως.
Το κάλεσμα του Χριστού σε μας τους πιστούς είναι ξεκάθαρο
στο σημερινό Ευαγγέλιο
«…ἀράτω
τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι…»
Αν θέλουμε να έχουμε μερίδα στην Ανάστασή Του πρέπει να
γίνουμε κοινωνοί στον σταυρό Του. Τα πάντα στην Ορθοδοξία λειτουργούν
Σταυροαναστάσιμα.
Πώς θα ζήσει μέσα μας ο καινούριος άνθρωπος, ο «εν
Χριστώ», αν δεν σταυρωθεί και νεκρωθεί ο παλαιός; Πώς θα φθάσουμε στην αγάπη
του Θεού, αν δεν νεκρώσουμε τη φιλαυτία μας;
Η οδύνη της νέκρωσης είναι σκληρή, γιατί λαμβάνει χώρα
μέσα στην ίδια την ύπαρξή μας. Και ναι είναι σκληρή η ταπείνωση, είναι οδυνηρή
η αγάπη του εχθρού, είναι δύσκολη η συγχώρεση σε αυτούς που μας εμπτύουν,
(φτύνουν, μας αδικούν) αλλά αυτός είναι ο δρόμος της αγιότητας, αυτός είναι ο
σταυρώσιμος δρόμος της δικής μας ανάστασης. Όπως λέει και ο άγιος Ιγνάτιος ο
Θεοφόρος «…αν
δεν πεθάνουμε μαζί Του, η ζωή Του δεν μας ανήκει…».
Αν
αληθινά αγαπούμε το Θεό δεν πρέπει να αρνούμαστε τον ελάχιστο σταυρό του
φρονήματος της φύσεως, γιατί ο σταυρός είναι «Θεού δύναμις». Γιατί την στιγμή
που αφήνουμε τα πάθη να μας κυριεύσουν χωρίς να προβάλουμε αντίσταση, χάνουμε
την πνευματική μας πανοπλία, αλλοτριωνόμαστε από το Θεό, «…εγυμνώθη Θεού…», γιατί προτιμήθηκε η αγάπη της φύσεως από την
αγάπη του Θεού.
Η διαφύλαξη της αγάπης του Θεού και του αγίου θελήματός
Του, «αντί πάσης θυσίας», είναι πηγή ζωής και αθανασίας. Αυτό είναι το
«μείζον», το πιο μεγάλο, με το οποίο όλος ο κόσμος πρέπει να εξισωθεί.
Βιώνοντας την αγάπη στον Θεό «εξ’ όλης
ψυχής και καρδίας» και ταυτίζοντας το θέλημά Του με το δικό μας, αποκτούμε «γνώση» Θεού, που είναι «ζωή αιώνιος» (Ιωα. 17, 3)
Όταν οι μαθητές του Κυρίου αγοράσαν τρόφιμα και
επέστρεψαν παρακαλούσαν το Χριστό μας «…Ραββί
φάγε…» και τί απαντούσε ο Κύριος; «…Δική
μου τροφή είναι να κάνω το θέλημα του πέμψαντός με…» Ιωα (4, 34). Κάνοντας
αυτό το θέλημα ζει «εν Πατρί» και συγχρόνως έχει «εν εαυτώ τον Πατέρα». Θέλει ότι και ο Πατέρας Του, γιατί είναι
Υιός φιλοπάτωρ. Αυτή η αγάπη και αυτό το θέλημα είναι η ζωή της θεότητος, δηλ.
αθανασία και αιωνιότης.
Το θέλημα του Πατρός Του δεν είναι τροφή, αλλά και τρυφή
Του. Την υλική τροφή τη λάμβανε για διατροφή του σώματός Του, όχι όμως για
απόλαυση, αλλά ως δώρο του Θεού, που κατέληγε στην ευχαριστία και δοξολογία του
Πατέρα Του. ΠΟΤΕ του δεν θυσιάζει το αιώνιο χάριν του πρόσκαιρου.
Όλα τα καλά που ήλθαν στον κόσμο, εξ ού και η διακαής
σωτηρία μας, επιτευχθήκαν γιατί ο Χριστός μας έμεινε «αχώριστος τω Πατρί».
Ακόμα και την ώρα του θανάτου, παρόλο που γνώριζε τα πάντα το τι θα
ακολουθήσει, τα δέχεται με ευγνωμοσύνη και ευχαριστία. Γι’ αυτό και νικά το
θάνατο, κατακρίνει την αμαρτία «εν τη σαρκί Αυτού» την αφανίζει και ανιστά την
ανθρώπινη φύση. Την ανέστησε γιατί δεν ενήργησε αυτόνομα σε καμμιά περίπτωση,
αλλά ταυτίστηκε και εναρμονίσθηκε τέλεια με το θέλημα του Θεού, που είναι
ανάσταση.
Ο πλανεμένος άνθρωπος δεν μπορεί να καταλάβει ότι: όπου
παρουσία του Θεού και το «πυρ της κολάσεως» μεταποιείται σε δροσίζον. Κόλαση
και θάνατος είναι το «άνευ Θεού ζην».
Ο Χριστός
μένει στον σταυρό, γιατί παρέδωσε τα πάντα στον Πατέρα Του και τον ίδιο τον
εαυτό Του, γι’ αυτό και ο πόνος του μεταποιείται σε χαρά και ο σταυρός Του
γίνεται φωτοφόρος.
Η πορεία αυτή προς τον σταυρό και το θάνατο έγινε για τον
άνθρωπο μοναδική οδός σωτηρίας. Το «ακολουθείτω
μοι» προυποθέτει να γνωρίσουμε το Χριστό, ΟΧΙ διανοητικά, αλλά μέσα από
θυσία, «σταυρουμένοι».
Οι άγιοι διψούσαν να συμπάσχουν με το Χριστό. Όχι απλά να
νηστέψουν ή να ταπεινωθούν ή να κάνουν ελεημοσύνη αλλά να υποστούν την έσχατη
θυσία και ευχαριστούσαν γι’ αυτό το Θεό.
Η πιο καλή ζωή είναι να υποφέρουμε για το Χριστό, να
πεθάνουμε γι’ Αυτόν. Στη ζωή μας το παν δεν είναι αν υποφέραμε λίγο ή πολύ,
αλλά αν σ’ όλες τις περιπτώσεις είμαστε με το Χριστό. Αν μέσα μας σταυρωθεί το
φρόνημα του κόσμου, τότε ζούμε και υπάρχουμε αληθινά.
Οι τρεις Παίδες π.χ αν ήθελαν να ζήσουν τη ζωή της
φύσεως, δεν θα έμπαιναν στη φωτιά. Για την αγάπη του Θεού προτίμησαν την οδύνη
της φωτιάς, το μαρτύριο. Και το πυρ από φλογίζον έγινε δροσίζον. Η παρουσία του
Θεού μετάτρεψε την κόλαση σε παράδεισο, τον θάνατο σε ανάσταση, προμήνυμα του
Χριστού μας, ο οποίος τον θάνατο και τον άδη μεταποίησε σε «φως απαστράπτον»,
άδυτο, σε Ανάσταση και ζωή.
Σωτηρία λοιπόν για μας είναι ο καθημερινός σταυρός, η
θυσία, ο θάνατος. Με τις ποικίλες καθημερινές νεκρώσεις, την άσκηση, την
ειλικρινή εξομολόγηση των αμαρτιών μας, τις θλίψεις, τις δοκιμασίες, τις
αδικίες των ανθρώπων, τυχόν εμπαιγμούς σε βάρος μας, με όλα αυτά γινόμαστε
συνοδοιπόροι του Κυρίου και κοινωνοί στα παθήματά Του αλλά και στην Ανάστασή
Του.
Όσο πιο μεγάλη είναι η συμμετοχή στο σταυρό, τόσο πιο
μεγάλη θα είναι και η ελευθερία, δηλαδή η συμμετοχή στην ανάσταση, η επιστροφή
μας στο Θεό. Το «ζει εν εμοί Χριστός»,
είναι ανάσταση.
Όταν υποτάσσουμε το φρόνημα της σαρκός στο φρόνημα του
πνεύματος, «αίρομεν τον σταυρόν μας» και ακολουθούμε το Χριστό. Τον σταυρό μας
όχι απλά τον δεχόμαστε αλλά τον ποθούμε και τον αγαπάμε, όταν ζούμε και
φρονούμε «κατά Θεόν».
Ας παρακαλέσουμε το Θεό να μας βοηθήσει να νεκρώσουμε τη
βασιλεύουσα μέσα μας αμαρτία, για να μας γίνει αυτή η νέκρωση ζωηφόρος, ζωή
σχέσεως, αγάπης και κοινωνίας με το Θεό. Έτσι θα προσεγγίσουμε συνειδητά,
βιωματικά, το μεγάλο και όντως θείο μυστήριο του Σταυρού και της Αναστάσεως.
Γένοιτο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου