Αγαπητέ μου αναγνώστη σε χαιρετώ σε
μια άλλη θεματική ενότητα. Σήμερα θα επιθυμούσα να μιλήσουμε για το θανάσιμο
αμάρτημα της γκρίνιας (αχαριστίας).
Από μικρός μισούσα δύο πράγματα την
υποκρισία και την προδοσία. Και όταν λέω μισώ αυτές τις δύο αμαρτίες
κυριολεκτώ. Στο διάβα της ζωή μου μεγαλώνοντας με την λαϊκή ρήση τα «…άδικα ουκ ευλογούνται…», ξεκίνησε
σιγά σιγά να καλλιεργείται μέσα μου, η εκτίμηση για το κάθε τι. Να δοξάζω για
το κάθε τι, (πριν όχι τόσο) αλλά με την πάροδο του χρόνου ο λόγος «Δόξα Σοι» κυλούσε
άφθονα και άπλετα.
Το «Δόξα Σοι» έγινε τρόπος ζωής, μια όμορφη συνήθεια, που σιγά
σιγά απάλειφε την γκρίνια, την κατήφεια και την κακομοιριά. Το «Δόξα Σοι» αντιμετώπιζε τις αναποδιές και τις κατά καιρόν
δυσκολίες. Το «Δόξα
Σοι» έγινε η ασπίδα μου, το όπλο
μου, η σκέπη μου, η παρηγοριά μου. Έγινε λόγος νίκης και ψυχικής ανάτασης.
Με την πάροδο του χρόνου η γκρίνια και
η μεμψιμοιρία ξεκίνησαν να μηδενίζονται σε σημείο που ξεκίνησα να τις μισώ. Την
συγκαταλέγω πλέον μαζί με την υποκρισία, την προδοσία.
Δεν λέω ότι δεν στεναχωρούμαι, δεν λέω
ότι πολλές φορές με πνίγει η αδικία, αλλά αυτά σιγά σιγά με τον καιρό, με τη
δοξολογία, ο άνθρωπος τα ξεπερνά και μαθαίνει να μην διαβάλλεται από τίποτα.
Αυτό είναι βέβαια και στοιχείο αγιότητας και την στιγμή που οι άγιοι ήσαν
άνθρωποι με αδυναμίες σαν και μας, τότε στο χέρι μας είναι να τα καταφέρουμε
και εμείς.
Η υποκρισία,
η προδοσία και η αχαριστία δεν πρέπει επ΄ ουδενί να
αποτελούν μέρος της ζωής μας! Είναι θανάσιμα αμαρτήματα και οδηγούν τον άνθρωπο
όλο και βαθύτερα στα απύθμενα σκοτάδια του Άδη.
Η αχαριστία προκαλεί γκρίνια και η
γκρίνια αναπαράγει και άλλη γκρίνια. Η κακομοιριά και ο γογγυσμός προκαλούν
περισσότερη κακομοιριά, περισσότερο γογγυσμό. Ο ξεπεσμός του ανθρώπου
διαιωνίζεται ασταμάτητα και γκρεμίζει οτιδήποτε πνευματικά έκτισε.
Έλεγε γι’ αυτό ο αείμνηστός γέροντας Παΐσιος «…Η
γκρίνια οφείλεται στην κακομοιριά και με την δοξολογία την κάνει κανείς πέρα. Η
γκρίνια γεννά γκρίνια και η δοξολογία γεννά δοξολογία. Όταν δεν γκρινιάζει
κανείς για μια δυσκολία που τον βρίσκει, αλλά δοξάζει τον Θεό, τότε σκάζει ο
διάβολος και πάει σε άλλον που γκρινιάζει, για να του τα φέρει όλα ανάποδα.
Γιατί, όσο γκρινιάζει κανείς, τόσο ρημάζει. Η γκρίνια έχει κατάρα. Είναι σαν να
καταριέται ο ίδιος ο άνθρωπος τον εαυτό του, οπότε μετά έρχεται η οργή του Θεού…»
Φοβερό! Οτιδήποτε έκτισε ο άνθρωπος
μέχρι τώρα με τις κατά δοκούν θυσίες του, το χάνει και χρειάζεται ξανά διπλή
προσπάθεια να επανέλθει στην τρέχουσα κατάσταση.
Βλέπετε αγαπητοί μου, στην πνευματική
μας ανάβαση για να επιτύχουμε το «καθ’ ομοίωσιν», ο δρόμος είναι ανηφορικός,
δύσκολος, γεμάτος σκοπέλους και δοκιμασίες. Ο δρόμος της πτώσης είναι
πανεύκολος, είναι κατηφορικός. Όταν ξεκινήσεις να κατρακυλάς, δεν έχει
τελειωμό. Η γκρίνια και η κακομοιριά σε πάει στα τάρταρα. Αν το δούμε και με
μαθηματική προσέγγιση, αντιλαμβάνεσθε πως για να κινηθείς μια «Α» απόσταση προς
τα «άνω» χρειάζεται περισσότερο κόπο παρά για να κινηθείς την ίδια «Α» απόσταση
προς τα κάτω.
Ο γκρινιάρης συνέχεια διαμαρτύρεται!
Παραπονιέται, του φταίει το καθετί! Ακόμα και στις χαρές γκρινιάζει γιατί
μπορεί να ήσαν καλύτερα τα πράγματα. Στις δυσκολίες παρομοίως! «…Εμείς είμαστε παιδιά άλλου Θεού, δεν μας
λυπάται;…» και άλλες κοσμοθεωρίες που διαστρεβλώνουν και παραποιούν την
αλήθεια.
Όλα αυτά, κατά τον γέροντα Παΐσιο,
είναι μεθοδεύσεις του άσπονδου εχθρού, ώστε να κάνει τον άνθρωπο να μην τον
ευχαριστεί τίποτα. Θέλει να αποκόψει την δοξολογία του Θεού, να κάνει τον
άνθρωπο «…ερήμην Θεού…», ώστε να είναι έρμαιος του διαβόλου και των οργάνων
του, και να ποιεί ότι πλάνη του σερβίρουν.
Όταν
αφήσουμε το «δόξα Σοι ο Θεός» και το αντικαταστήσουμε με το να γογγύζουμε και
με συνεχή νεύρα, τότε προκοπή δεν πρόκειται να δούμε! Το «Δόξα Σοι» πλουτίζει τον άνθρωπο, η γκρίνια τον φτωχαίνει.
Μπορεί να ‘χει τα πάντα, αλλά να γκρινιάζει συνεχώς και προκοπή να ΜΗΝ κάνει,
ενώ κάποιος που έχει λίγα με την δοξολογία να προκόβει και να μην του λείπει
τίποτα!
Δεν γίνεται να τρώμε για πρωινό
δημητριακά και να σκεφτόμαστε τί χαβιάρι μπορεί άραγε να τρώει κάποιος γνωστός
μας εφοπλιστής, αντί να ευχαριστούμε το Θεό για τις δωρεές που ο ίδιος μας
δίνει.
«…Πόσοι άνθρωποι τρώνε
μόνον ξερό παξιμάδι, αλλά μέρα-νύχτα δοξολογούν τον Θεό και τρέφονται με
ουράνια γλυκύτητα! Αυτοί οι άνθρωποι αποκτούν μια πνευματική ευαισθησία και
γνωρίζουν τα χάδια του Θεού. Εμείς δεν τα καταλαβαίνουμε, γιατί η καρδιά μας
έχει πιάσει γλίτσα και δεν ικανοποιούμαστε με τίποτε. Δεν καταλαβαίνουμε ότι η
ευτυχία είναι στην αιωνιότητα και όχι στην ματαιότητα…».
Φυσικά ο πατερούλης μου, - πνευματικός
μου πατέρας, του οποίου τ’ όνομα δεν θα δημοσιεύσω, αλλά χωρίς αυτόν δεν θα ήταν
κατορθωτό αυτή η ιστοσελίδα - μου δεικνύει,
πως καλό είναι να υπάρχει στην ζωή μας και λίγη γκρίνια, γιατί διεγείρει την
ευαισθησία του πλησίον σ’ αυτόν που γκρινιάζει και κάτι που αμελούσε ή που
σκανδάλιζε τον άλλον, να είναι αφορμή να
προσπαθήσει να μην το ξανακάνει.
Επίσης η συνεχής γκρίνια κατά
οποιουδήποτε ανθρώπου, πρέπει ν’ αντιμετωπίζεται ως ένα είδος δοκιμασίας, μέσα
στην οποία δοκιμάζεται ο βαθμός της ταπείνωσης, της υπομονής αλλά και της
αγάπης του συνανθρώπου μας. Δεν είναι εύκολο να σου γκρινιάζουν και να σου
παραπονιούνται ολημερίς και παράλληλα να προσπαθείς κρατήσεις τις ισορροπίες.
Και όχι μόνο αυτό, αλλά να μπορείς και να έχεις τη δυνατότητα, μέσα σ’ όλα αυτά
να δίνεις αγάπη.
Το να υπομένεις τη δοκιμασία είναι
θεάρεστο, το να ταπεινώνεσαι και να γίνεσαι έρμαιο της παραλογίας και της
γκρίνιας του πλησίον σου είναι οσιακό, αλλά το να μαρτυράς καθημερινά και
παράλληλα να αμείβεις τον συνάνθρωπό σου με αγάπη, αυτό είναι ΘΕΙΚΟ, πνέει
αγιότητα.
Ανασυνταχθείτε λοιπόν, οι γκρινιάρηδες
και οι κατηφείς γιατί δεν είναι εξωτερικό το πρόβλημα, αλλά μήτε πρόβλημα
παρανόησης τας «φρένας». Την αρρώστια την έχουμε εσωτερικά μέσα μας και
φανερώνεται τότε, πού θα έρθουν οι πειρασμοί και με τη δοκιμασία θα τη φέρουν
στην επιφάνεια. Γιατί ποτέ δεν μπορεί να υποστεί βλάβη ο άνθρωπος από άλλον, αν
δεν έχει μέσα του αποθηκευμένες τις αφορμές των παθών.
Όπως ο σκόρος τρώει το ρούχο και το σκουλήκι
το ξύλο, έτσι και η γκρίνια κατατρώει την ψυχή του ανθρώπου. Πείθει τον άνθρωπο
ν' αποφεύγει κάθε καλή πνευματική συναναστροφή, και δεν του επιτρέπει ούτε από
γνήσιους φίλους να δέχεται συμβουλή ούτε καλή και ειρηνική απάντηση να τούς
δίνει, αλλ' αφού κυριαρχήσει σ' όλη την ψυχή, τη γεμίζει με δυσαρέσκεια και
ακηδία. και τότε τη βάζει ν' αποφεύγει τούς ανθρώπους, γιατί γίνονται σ' αυτήν
αίτιοι ταραχής.
Ο άνθρωπος που τρέφει τη ψυχή του
με την ελπίδα εις το Θεό, τον κάνει πρόθυμο και υπάκουο για κάθε καλό έργο, ευκολοπλησίαστο,
πράο, ανεξίκακο, υπομονετικό σε κάθε αγαθό κόπο, αφού παραδίδεται στο Θεό. Με
αυτό τον τρόπο γίνονται πια φανεροί οι καρποί του Αγίου Πνεύματος στον άνθρωπο,
δηλαδή η αγάπη, η χαρά, η ειρήνη, η μακροθυμία, η αγαθότητα, η πίστη, η
εγκράτεια (βλ. Γαλ. 5:22).
Θυμάστε το θαύμα του Κυρίου στη χώρα των Γαδαρηνών;
Στο θαύμα αυτό, ο Κύριος ελευθέρωσε
τον άνθρωπο από τη λεγεώνα των δαιμόνων, και έδωσε συγκατάθεση, μακροθυμώντας
και κατά του ίδιου του διαβόλου, επιτρέποντάς τους, να περιέλθουν, αφού
εξέλθουν εκ του σώματος του ανθρώπου, εις τους χοίρους.
Μπροστά στη θέα, «…του παραδόξου θαύματος…», οι άνθρωποι της περιοχής, ερχόμενοι
προς τον Κύριο, του είπαν να απέλθει απ’ αυτούς, δηλ. να φύγει.
Αυτό είναι πραγματικά κάτι που φέρει
συζήτησης και ανάλυσης. Δεν του είπαν ν’ απέλθει γιατί ήσαν αμαρτωλοί, ούτε από
ταπείνωση γιατί δεν ήταν άξιοι της τιμής που τους έκανε ο Χριστός με την
επίσκεψή Του, αλλά του είπαν ν’ απέλθει γιατί η αλλαγή από το σκοτάδι στο Φως
τους ΦΟΒΗΖΕ! Πρωτάκουστο, αλλά αληθινό! Εσείς αν είχατε να επιλέξετε μεταξύ, σκοτάδι ή φως,
τι θα διαλέγατε;
Γιατί να τους γεμίζει με φόβο, την
στιγμή που ο δαιμονισμένος, ο οποίος προκαλούσε τρόμο στη γύρω περιοχή, περιφερόμενος
εις τα μνήματα, σαν ζωντανός νεκρός, γυμνός και βασανισμένος από τη λύσσα των
δαιμόνων, τώρα καθόταν σώφρον, παρά άφρων, δίπλα στο Θεό ευγνωμονώντας και
δοξάζοντάς Τον;
Ο Θεός δεν γύρευε τότε, αλλά ούτε και
τώρα δούλους! Ο Θεός ζητά συγκληρονόμους, αλλά σου δίνει την ελευθερία να
επιλέξεις. Η υπακοή των εντολών του Θεού είναι η ΑΠΟΛΥΤΗ ελευθερία και όχι
υποδούλωση.
Η παράδοση στην αγάπη του Θεού μας
καθιστά ελεύθερους και σαν ελεύθεροι που είμαστε, επιλέγουμε τη «…χαρά την πεπληρωμένη…», και όχι το διάβολο και τους
πεπτωκοτες άγγελούς του. Ζώντας και
αγωνιζόμενοι εν Θεώ, συνυπάρχει μέσα μας η Χάρις του Θεού, που στις δοκιμασίες μας
χαροποιεί, στις δυσκολίες μας ενδυναμώνει, στις κατηγορίες μας εναγκαλίζει,
στις αδικίες μας ανυψώνει, στις αρρώστιες μας ιαίνει, και μας βοηθά να
σηκώσουμε με περίσσια αυταπάρνηση το σταυρό μας, ΠΑΝΤΑ με χαμόγελο.
Δεν δύναται να λέμε «…Δόξα Σοι…» χωρίς να το εννοούμε! Δόξα τω Θεώ, αλλά δεν
γίνεται να συνοδεύεται με ερώτημα γιατί αυτό, μα γιατί εκείνο. Μήπως αυτό
φανερώνει υγεία πνεύματος και δεν το αντιλαμβάνομαι; Απεναντίας μάλιστα,
ατέλεια υποδηλώνει η γκρίνια και πρέπει να μας προβληματίσει προς αναζήτηση της
ρίζας των παθών, που μας καθιστούν υποδουλωμένους, στον μνησίκακο εχθρό μας.
Πρέπει να κοιτάξουμε βαθύτατα μέσα μας, ώστε να ξεριζώσουμε κάθε φύσης κακό,
και αυτό θα το επιτύχουμε με τη μετάνοια και την εξομολόγηση.
Διαφορετικά όσο περισσότερο
γκρινιάζουμε, να ξέρετε τόσο περισσότερο παραμένουμε αιχμάλωτοι των παθών μας,
όλο και περισσότερο στηριζόμαστε στα κοσμικά παρά στα πνευματικά, και επίσης
καταδεικνύει και πόσο αναζητούμε και επικαλούμαστε το Θεό.
Το «…Δόξα Σοι…» την στιγμή που απονέμει δόξα, ασχέτως αν ο Κύριος
και Θεός μας είναι ΑΥΤΑΡΚΗΣ, ΜΕΓΑΣ ήταν, ΜΕΓΑΣ είναι και ΜΕΓΑΣ θα παραμείνει,
είτε τον δοξάζουμε είτε όχι, πρέπει να απονέμεται και να εκφωνείται ΕΝΔΟΞΑ. Ούτε με κλάματα, αλλά μήτε μα γιατί Θεέ μου; Διαφορετικά
τι σημασία έχει! Δόξα σ’ Αυτόν που τα επιτρέπει, γιατί ΠΟΤΕ ΜΑ ΠΟΤΕ ο Θεός δεν
εργάζεται κατά των ανθρώπων. Εργάζεται υπέρ πάντων ημών που επιθυμούν την
σωτηρία τους και ελπίζουν σ’ Αυτόν που είναι η Ανάσταση και η Ζωή.
Η άρνηση και η κατήφεια που συνδυάζεται με γκρίνια,
υποδηλώνει επίσης άρνηση της πρόνοιας του Θεού. Υποδηλώνει επίσης άρνηση των
ευεργεσιών του Θεού και των προσφορών Του εκάστοτε, ώστε να φέρει τον αγαπημένο
του άνθρωπο εις σωτηρία.
Πώς δύναμαι άνθρωπε ν’ αρνηθώ το Θεό; Αρκετά
δεν τον σταυρώνουμε καθημερινά με την πληθώρα των αμαρτιών μας, των κακών μας
λογισμών, της καταλαλιάς μας, πρέπει και να γκρινιάζω και από πάνω, και να μην
ευελπιστώ στη θεία Πρόνοιά Του;
Υπάρχουν επίσης συνάνθρωποί μας,
που γκρινιάζουν για το ένα και το άλλο, είτε γιατί θέλουν τα πράγματα μ’ αυτήν
την ευταξία, είτε θέλουν και ζητούν κάποια πράγματα με μια συγκεκριμένη σειρά,
είτε θέλουν τα πράγματα με το δικό τους τρόπο να γίνονται. Αφού επιπλήξουν τον
συνάνθρωπό τους – ασχέτως αν η κρίση τους είναι σωστή ή λάθος, ανάλογα με την κάθε
περίπτωση – την επόμενη που θα προκύψει το ανάλογο θέμα, και ο καημένος
συνάνθρωπός τους θα το επιληφθεί το εκάστοτε θέμα με τον ανάλογο τρόπο, όπως
του ζητήθηκε, τους ξανά επιπλήττουν και ξαναγκρινιάζουν γιατί το ήθελαν και
πάλι διαφορετικά, όπως αρχικά τους το πρόσφεραν. Είναι αυτό που λέμε στην Κύπρο
«…δεν βρέθεται η ίσια τους…»! Αυτό αγαπητοί μου φίλοι υποδηλώνει υγεία;
Τα γελάμε
πολλές φορές αυτά τα πράγματα, αλλά δυστυχώς υποδηλώνουν πνευματική ατέλεια,
και αν δεν συνετιστούμε και έρθουμε εις πνευματική νήψη και εξαγνισμό, δεν θα
νοήσουμε την πραγματικότητα, δεν θα έχουμε διάκριση – που είναι ανώτερη απ’
όλες τις αρετές – και θα εμπίπτουμε πολλές φορές στο ίδιο λάθος, γνωριζόμενοι
ότι πράττουμε το σωστό.
Θυμάστε τι είπε ο Κύριος στο κατά
Ματθαίο Ευαγγέλιο αλλά και μέσω του προφήτη Ησαΐα «…επαχύνθη η καρδία του λαού τούτου, και
έγειναν βαρέα τα ώτα αυτών, και έκλεισαν τους οφθαλμούς αυτών…». Δηλ. Καρδία
πωρωμένη και να ακούει το Λόγο του Θεού δεν θα νοήσει τίποτα! Γι’ αυτό και
άλλωστε μιλούσε με παραβολές ο Κύριος, για να τον ακολουθήσουν αυτή που
πραγματικά θέλουν να πιστέψουν.
Ας μην τον τιμούμε με τα χείλη, αλλά
εκ καρδίας, γιατί ο Κύριος το ΜΟΝΟ που ζητά από μας είναι «…Δος μοι σην καρδίαν…», δηλ. να του δώσουμε την καρδία μας, τίποτα άλλο.
Ούτε αυτό-μαστιγώματα, ούτε ακραιότητες με πνευματικές ασκήσεις, που να
δείχνουν μια φαινομενική νέκρωση εκ του κόσμου. Τα «άνω» ποθούμε, γι’ αυτό του
δίνουμε την καρδία μας, ώστε να εισέλθει θριαμβευτής ο Κύριος της Δόξης. Η
έλευσή Του εν ημίν, θα μας επιφέρει και τη λύτρωση. Δεν χρειάζεται τίποτα άλλο.
Θα μας οδηγήσει μετά Αυτός, όπως Εκείνος ξέρει.
Τι είπε ο Κύριος, δια του προφήτου
Δαβίδ; «…προσέλθετε
πρὸς αὐτὸν καὶ φωτίσθητε…» Ψαλ. 33,6. Δεν χρειάζεται να κάνουμε
τίποτα άλλο! Και την δύναμη θα μας δώσει ν’ αντέξουμε, και τον φωτισμό θα μας
παρέχει για να έχουμε διάκριση και τα πάντα θα τα φέρει η προστατευτική δεξιά
Του. Υπομονή και πίστη.
Να, καλή ώρα σήμερα - Τετάρτη 22 Σεπ
2017 - γνώρισα ένα κύριο, άγνωστο σ’ εμένα, ο οποίος δεν ξέρω και εγώ πόσες
εγχειρήσεις έκανε. Αυτές που συγκράτησα ήταν, εγχείρηση γονάτου στο δεξί πόδι
(όλο το γόνατο), εγχείρηση μηνίσκου στο άλλο, εγχείρηση κήλης, εγχείρηση και
στα δύο χέρια από κόψιμο, και του ανοίξανε και την κοιλιά του (21 ραφές), για
να του καθαρίσουνε τα έντερά του που αντιμετώπιζε κάποιο είδος προβλήματος. Και
τι μου απαντάει στο τέλος, μ’ ένα «…Δόξα Σοι ο Θεός…»,
χωρίς γογγυσμούς, χωρίς γκρίνια, χωρίς οδυρμό που να τον κάνει ν’
αναφωνεί γιατί όλα αυτά σ’ εμένα, χωρίς κλάματα που να τον κάνουν να
διερωτάται, δεν με λυπάται εμένα ο Θεός; Και στο τέλος της συζήτησης να μου
φανερώνει το μεγαλείο της ψυχής του «…Αν είναι το θέλημα του Θεού ν’
αντέξω, θ’ αντέξω, αν είναι το θέλημα του Θεού να με πάρει, ας με πάρει…».
Το βλέπετε; Τέλεια εναρμόνιση του
θελήματος του Θεού, με το δικό του θέλημα! Ούτε πολλές θεολογικές γνώσεις, ούτε
ευφράδεια λόγου, μήτε οικονομικά ευκατάστατος (διότι όλες τις εγχειρήσεις του
τις έκανε στο δημόσιο, ενώ πολλοί από μας θα καταφεύγαμε σε ιδιώτες γιατρούς ή
ακόμα και εξωτερικό). Απλά την κατήφεια την μεταποίησε σε δοξολογία, την
κακομοιριά την έκανε ελπίδα, τον πόνο τον έκανε χαρά μ’ ένα «…Δόξα Σοι…»!
Έλεγε κάποτε μια κοπέλα στον πνευματικό του π. Παϊσίου,
τον π. Τύχων το Ρώσσο:
-
Γέροντα, αισθάνομαι την ανάγκη να λέω περισσότερο το «δόξα σοι ο Θεός» παρά το
«Κύριε ελέησον». Μήπως δεν είναι σωστό;
Κοιτάξτε τι όμορφη απάντηση έδωσε ο γέροντας:
|
Ιερομόναχος Τύχων ο Ρώσος (1884-1968) στη μέση,
και πίσω του ο π. Παΐσιος να προσφέρει νερό,
από τη στέρνα της καλύβης |
«…Καλό είναι αυτό,
ευλογημένη. Εγώ μπορεί να περάσω ολόκληρη μέρα κάνοντας εργόχειρο και λέγοντας
«…Δόξα σοι ο Θεός. Δόξα σοι ο Θεός , γιατί ζω. Δόξα σοι ο Θεός, γιατί θα πεθάνω
και θα πάω κοντά στον Θεό. Δόξα σοι Θεός, ακόμη και αν με βάλει στην κόλαση και
πάρει έναν κολασμένο στον Παράδεισο. Και εάν θέλει να μη με θυμάται στην κόλαση
και λυπάται, ας πάρει πολλούς κολασμένους στον Παράδεισο, ώστε η χαρά Του γι’
αυτούς να είναι περισσότερη και να λιγοστέψει η στενοχώρια Του για μένα…
…Το «δόξα σοι ο Θεός» να
μη λείπει ποτέ από τα χείλη σας. Εγώ, όταν πονάω, το «δόξα σοι ο Θεός» έχω για χάπι του πόνου∙ τίποτε άλλο δεν με
πιάνει. Το «δόξα σοι ο Θεός» είναι
ανώτερο και από το «Κύριε Ιησού Χριστέ,
ελέησόν με». Το «Κύριε ελέησον» έχει
εκατό δραχμές, το «δόξα σοι ο Θεός» έχει χίλιες δραχμές∙ είναι δηλαδή πολύ πιο
ακριβό…».
Κλείνοντας, θέλω να θυμάστε το
δαιμονισμένο, που μετά το θαύμα καθόταν σώφρων παρά τω Θεώ, υμνώντας Τον και
ευχαριστώντας Τον για το έλεός Του. Πριν η σωφροσύνη του πού ήταν; Γιατί ήταν
παράλογος ενώ τώρα αναγνωρίζει τη Θεότητα του Χριστού; Πριν γιατί περιφερόταν
εις τα μνήματα, χωρίς ρούχα, προκαλώντας τρόμο και απέχθεια;
Αγαπητοί μου, όσο είμαστε επιρρεπής
στην αμαρτία, δίνουμε δικαιώματα στον διάβολο, να χαλιναγωγεί τη ζωή μας και να
την κατευθύνει όπως αυτός θέλει. Ας σφίξουμε τα χαλινάρια και ας κατευθύνουμε
τη ζωή μας προς το Χριστό, που είναι η απόλυτη ελευθερία και η δική μας
Ανάσταση.
Όλοι εμείς οι γκρινιάρηδες,
πρέπει να θυμόμαστε πως τώρα που γκρινιάζουμε για το καθετί, χαϊδεύοντας τα
δικά μας καπρίτσια και κατά δοκούν καταστάσεις, όταν θα φύγουμε απ’ αυτή την
ζωή, όλη η Αλήθεια για το τι ποιήσαμε, ποια είναι η σκοπιμότητα που το
ποιήσαμε, γιατί το ποιήσαμε, θ’ απλώνετε γυμνή μπροστά μας, και δεν θα ‘χει «μα
και μου»!
Ο ίδιος ο άνθρωπος θ’ αναγνωρίσει από
ΜΟΝΟΣ του τα λάθη του και τις κακοήθειές του και δεν θα μπορέσει ν’ αντικρύσει
από ΝΤΡΟΠΗ το Χριστό, γιατί λειτουργούσε ενάντια στο θέλημά Του! Ο ίδιος θα
ντραπεί να βρίσκεται παρά το Χριστό, όπως το παιδί που πηγαίνει σπίτι μετά από
αποτυχία στις εξετάσεις του και θέλει ν’ αποφύγει να βρεθεί αντίκρυ με τον
πατέρα του. Έτσι και εμείς οι γκρινιάρηδες, όταν θα απέλθουμε και βρεθούμε
ενώπιόν Του, δεν θα ‘χει Κύριε, μα είδες πως με κοίταζε ο τάδε, είδες πως
έφτιαχνε τα πράγματά μου, δεν με βοηθούσε κανείς, έπρεπε να φωνάξω, να
διαμαρτυρηθώ και άλλες εικασίες, που στο σήμερα αποτελούν προφάσεις και εφησυχάζουν
θεωρητικά τη συνείδησή μας. Τότε θα’ ναι
αργά, γιατί η γκρίνια δεν είναι και δεν θα είναι χαρακτηριστικό των εκλεκτών.
Ας ανασυνταχθούμε, ας προβληματιστούμε
και ας προσευχηθούμε να μας απαλλάξει ο Θεός από την γκρίνια, γεμίζοντας μας, με
ανέκφραστη χαρά, που θα μεταποιεί τη θλίψη σε ευχαριστία και δοξολογία, τη
θλίψη σε χαμόγελο, γιατί σ’ Αυτόν πρέπει τιμή και δόξα πάντοτε, από του νυν έως
του αιώνος.
«…Ψαλώ τω Θεώ μου έως υπάρχω …» κράζει ο προφήτης Δαβίδ και μας καλεί
όλους να πράξουμε το ίδιο. Το κείμενο ολοκληρώθηκε, ανήμερα της εορτής της
Σύλληψης του Τιμίου Προδρόμου, βοήθειά μας. Γένοιτο.