Είπα Κύριε να κρυφτώ, την αμαρτία να διαπράξω,
παράνομα από δω και μπρος να ζω, στην ευκολία πια ν’
αράξω.
Είπα Κύριε ν’ αφεθώ, το σαρκικό μου πάθος να βολέψω
ξανά στην πρόσκαιρη φιλήδονη ζωή να επιστρέψω.
Σε κάθε μου όμως σκέψη και στιγμή,
ορθώνεται σοφά το έλεός Σου,
και μου θυμίζει τι μου χάρισες Εσύ, με
τον σωτήριο Θάνατό Σου
Είπα Κύριε πια δεν θα πονώ, για τον κάθε πια πεσόντα,
και την βοήθειά μου να στερώ, στον κάθε εκλιπαρούντα .
Είπα, τον εαυτό μου πια, και τα «εν οίκω» να κοιτάξω,
Βόλεψη, καλοπέραση κι ότι άλλο δικό μου, καλά να
διαφυλάξω.
Αλλά το Έλεός Σου Κύριε, που διαρκώς
με κυνηγά,
μου λέει πως Δούλος Έγινες Εσύ, για να
με κάνεις βασιλιά.
Είπα Κύριε στη ζωή να διεκδικώ και εξουσίες να ζητάω,
ανθρώπινη
παρηγοριά, από παντού ν’ αποζητάω.
Είπα να μαζέψω πλούτη, πύργους, κάστρα και παλάτια για να
κτίσω,
κι από τους ανθρώπους, δόξα και τιμές να αποκτήσω.
Μα να Κύριέ μου το Έλεός Σου που με
κυνηγά,
μου θυμίζει την δική Σου, Ζωηφόρο,
Θεία παρηγοριά.
Όσο απομακρύνομαι από Σε, στην αμαρτία πια χωμένος,
όλο και πιο πολύ
μ’ αναζητάς, με δάκρυα θλιμμένος.
Κρούεις την πόρτα διαρκώς, ν’ ανοίξω την καρδιά μου,
να ζήσω την ειρήνη Σου, Κύριε Θεέ και λυτρωτά μου.
μου δείχνει που μακροθυμείς, για μένα τον φυγά.
Μέσα στην άδικη ζωή του 21ου αιώνα,
παίρνω αφορμή και ρίχνομαι με ζήλο στον αγώνα.
Μα να, πάλι ευθύς, η αδικία με τυλίγει,
γιατ’ η συχνή απόσταση από Σε, συνέχεια με πνίγει.
Το έλεος Σου Κύριε που πάντοτε με καταδιώκει,
μου θυμίζει πως ο άνθρωπος, τη θλίψη τη μαρτυρική, πρέπει να επιδιώκει.
Στέρησης το
παράπονο, των καημών η θλίψη,
βραδύνουν την αγάπη μου και τη δική μου νήψη.
Κι αν η
καρδία πάγωσε, σκλήρυνε,
επικράνθη
και από αγάπη στέρεψε, σμίκρυνε, εμαράνθη.
Το έλεος Σου Κύριε που με κυνηγά,
μου θυμίζει πως δημιούργησες, τη ψυχή
για ν’ αγαπά.
Στους δόλιους διαλογισμούς, που βαραίνουν τη ψυχή μου,
πρέπει να σηκώσω ανάστημα, να ψάλω την ευχή μου.
Πέφτω κάτω, οδύρομαι, πονάω, λιώνω
και των πεσόντων την τρανή Ανάσταση, αξιώνω.
Το έλεος Σου Κύριε για κάθε νύχτα και
πρωί,
θυμίζει ότι στο θάνατο μονάχα Εσύ
Είσαι Ζωή.
Τα δεσμά της αμαρτίας με τυλίγουν,
μα δια του Ελευθερωτή μου, χέρια αόρατα, απλά, τα
ξετυλίγουν.
Χάθηκα μες’ στης
κακίας, τα απύθμενα τα βάθη,
αλλά το εν σκότει
Φως κοιτάω, να μην κάνω άλλα
λάθη.
Τον σταυρό μου πλέον μόνος και εκούσια σηκώνω,
ήλιο της
Δικαιοσύνης ψάχνω, και αναβιώνω.
Το έλεος Σου Κύριε που συνέχεια με
κρατά
με έκανε παιδί δικό Σου, γιατί
πάντα μ’ αγαπά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου