Ευαγγέλιο Κυριακής: Ιωά. (4, 5-42)
«…5 Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς εἰς πόλιν τῆς
Σαμαρείας λεγομένην Συχάρ, πλησίον τοῦ χωρίου ὃ ἔδωκεν Ἰακὼβ Ἰωσὴφ
τῷ υἱῷ αὐτοῦ· 6 ἦν δὲ ἐκεῖ πηγὴ τοῦ Ἰακώβ. ὁ οὖν Ἰησοῦς κεκοπιακὼς
ἐκ τῆς ὁδοιπορίας ἐκαθέζετο οὕτως ἐπὶ τῇ πηγῇ· ὥρα ἦν ὡσεὶ ἕκτη. 7 ἔρχεται γυνὴ
ἐκ τῆς Σαμαρείας ἀντλῆσαι ὕδωρ. λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· δός μοι πιεῖν. 8 οἱ
γὰρ μαθηταὶ αὐτοῦ ἀπεληλύθεισαν εἰς τὴν πόλιν ἵνα τροφὰς ἀγοράσωσι. 9 λέγει οὖν
αὐτῷ ἡ γυνὴ ἡ Σαμαρεῖτις· πῶς σὺ Ἰουδαῖος ὢν παρ’ ἐμοῦ πιεῖν αἰτεῖς,
οὔσης γυναικὸς Σαμαρείτιδος; οὐ γὰρ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις. 10
ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῇ· εἰ ᾔδεις τὴν δωρεὰν τοῦ Θεοῦ, καὶ τίς
ἐστιν ὁ λέγων σοι, δός μοι πιεῖν, σὺ ἂν ᾔτησας αὐτόν, καὶ ἔδωκεν ἄν σοι ὕδωρ
ζῶν. 11 λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· Κύριε, οὔτε ἄντλημα ἔχεις, καὶ τὸ φρέαρ ἐστὶ βαθύ·
πόθεν οὖν ἔχεις τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν; 12 μὴ σὺ μείζων εἶ τοῦ πατρὸς ἡμῶν Ἰακώβ,
ὃς ἔδωκεν ἡμῖν τὸ φρέαρ, καὶ αὐτὸς ἐξ αὐτοῦ ἔπιε καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ καὶ τὰ
θρέμματα αὐτοῦ; 13 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῇ· πᾶς ὁ πίνων ἐκ τοῦ ὕδατος
τούτου διψήσει πάλιν· 14 ὃς δι’ ἂν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, οὐ μὴ
διψήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλὰ τὸ ὕδωρ ὃ δώσω αὐτῷ, γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγὴ ὕδατος
ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον. 15 λέγει πρὸς αὐτὸν ἡ γυνή· Κύριε, δός μοι τοῦτο τὸ
ὕδωρ, ἵνα μὴ διψῶ μηδὲ ἔρχωμαι ἐνθάδε ἀντλεῖν. 16 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς·
ὕπαγε φώνησον τὸν ἄνδρα σου καὶ ἐλθὲ ἐνθάδε. 17 ἀπεκρίθη ἡ γυνὴ καὶ εἶπεν· οὐκ
ἔχω ἄνδρα. λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· καλῶς εἶπας ὅτι ἄνδρα οὐκ ἔχω· 18 πέντε
γὰρ ἄνδρας ἔσχες, καὶ νῦν ὃν ἔχεις οὐκ ἔστι σου ἀνήρ· τοῦτο ἀληθὲς εἴρηκας. 19
λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· Κύριε, θεωρῶ ὅτι προφήτης εἶ σύ. 20 οἱ πατέρες ἡμῶν ἐν τῷ
ὄρει τούτῳ προσεκύνησαν· καὶ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἐν Ἱεροσολύμοις ἐστὶν ὁ
τόπος ὅπου δεῖ προσκυνεῖν. 21 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· γύναι, πίστευσόν μοι
ὅτι ἔρχεται ὥρα ὅτε οὔτε ἐν τῷ ὄρει τούτῳ οὔτε ἐν Ἱεροσολύμοις
προσκυνήσετε τῷ πατρί. 22 ὑμεῖς προσκυνεῖτε ὃ οὐκ οἴδατε, ἡμεῖς προσκυνοῦμεν ὃ
οἴδαμεν· ὅτι ἡ σωτηρία ἐκ τῶν Ἰουδαίων ἐστίν. 23 ἀλλ’ ἔρχεται ὥρα, καὶ νῦν ἐστιν, ὅτε οἱ ἀληθινοὶ προσκυνηταὶ
προσκυνήσουσι τῷ πατρὶ ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ· καὶ
γὰρ ὁ πατὴρ τοιούτους ζητεῖ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτόν. 24 πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ
τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν. 25 λέγει αὐτῷ
ἡ γυνή· οἶδα ὅτι Μεσσίας ἔρχεται ὁ λεγόμενος Χριστός· ὅταν ἔλθῃ ἐκεῖνος,
ἀναγγελεῖ ἡμῖν πάντα. 26 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· ἐγώ εἰμι ὁ λαλῶν σοι. 27
καὶ ἐπὶ τούτῳ ἦλθον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, καὶ ἐθαύμασαν ὅτι μετὰ γυναικὸς ἐλάλει·
οὐδεὶς μέντοι εἶπε, τί ζητεῖς ἢ τί λαλεῖς μετ’ αὐτῆς; 28 Ἀφῆκεν οὖν τὴν
ὑδρίαν αὐτῆς ἡ γυνὴ καὶ ἀπῆλθεν εἰς τὴν πόλιν, καὶ λέγει τοῖς ἀνθρώποις· 29
δεῦτε ἴδετε ἄνθρωπον ὃς εἶπέ μοι πάντα ὅσα ἐποίησα· μήτι οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός;
30 ἐξῆλθον οὖν ἐκ τῆς πόλεως καὶ ἤρχοντο πρὸς αὐτόν.
31 Ἐν δὲ τῷ μεταξὺ ἠρώτων αὐτὸν οἱ μαθηταὶ λέγοντες· ραββί, φάγε. 32 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἐγὼ βρῶσιν ἔχω φαγεῖν, ἣν ὑμεῖς οὐκ οἴδατε. 33 ἔλεγον οὖν οἱ μαθηταὶ πρὸς ἀλλήλους· μή τις ἤνεγκεν αὐτῷ φαγεῖν; 34 λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον. 35 οὐχ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἔτι τετράμηνός ἐστι καὶ ὁ θερισμὸς ἔρχεται; ἰδοὺ λέγω ὑμῖν, ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ θεάσασθε τὰς χώρας, ὅτι λευκαί εἰσι πρὸς θερισμὸν ἤδη. 36 καὶ ὁ θερίζων μισθὸν λαμβάνει καὶ συνάγει καρπὸν εἰς ζωὴν αἰώνιον, ἵνα καὶ ὁ σπείρων ὁμοῦ χαίρῃ καὶ ὁ θερίζων. 37 ἐν γὰρ τούτῳ ὁ λόγος ἐστὶν ὁ ἀληθινός, ὅτι ἄλλος ἐστὶν ὁ σπείρων καὶ ἄλλος ὁ θερίζων. 38 ἐγὼ ἀπέστειλα ὑμᾶς θερίζειν ὃ οὐχ ὑμεῖς κεκοπιάκατε· ἄλλοι κεκοπιάκασι, καὶ ὑμεῖς εἰς τὸν κόπον αὐτῶν εἰσεληλύθατε. 39 Ἐκ δὲ τῆς πόλεως ἐκείνης πολλοὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτὸν τῶν Σαμαρειτῶν διὰ τὸν λόγον τῆς γυναικός, μαρτυρούσης ὅτι εἶπέ μοι πάντα ὅσα ἐποίησα. 40 ὡς οὖν ἦλθον πρὸς αὐτὸν οἱ Σαμαρεῖται, ἠρώτων αὐτὸν μεῖναι παρ’ αὐτοῖς· καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ δύο ἡμέρας. 41 καὶ πολλῷ πλείους ἐπίστευσαν διὰ τὸν λόγον αὐτοῦ, 42 τῇ τε γυναικὶ ἔλεγον ὅτι οὐκέτι διὰ τὴν σὴν λαλιὰν πιστεύομεν· αὐτοὶ γὰρ ἀκηκόαμεν, καὶ οἴδαμεν ὅτι οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ σωτὴρ τοῦ κόσμου ὁ Χριστός…».
31 Ἐν δὲ τῷ μεταξὺ ἠρώτων αὐτὸν οἱ μαθηταὶ λέγοντες· ραββί, φάγε. 32 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἐγὼ βρῶσιν ἔχω φαγεῖν, ἣν ὑμεῖς οὐκ οἴδατε. 33 ἔλεγον οὖν οἱ μαθηταὶ πρὸς ἀλλήλους· μή τις ἤνεγκεν αὐτῷ φαγεῖν; 34 λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον. 35 οὐχ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἔτι τετράμηνός ἐστι καὶ ὁ θερισμὸς ἔρχεται; ἰδοὺ λέγω ὑμῖν, ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ θεάσασθε τὰς χώρας, ὅτι λευκαί εἰσι πρὸς θερισμὸν ἤδη. 36 καὶ ὁ θερίζων μισθὸν λαμβάνει καὶ συνάγει καρπὸν εἰς ζωὴν αἰώνιον, ἵνα καὶ ὁ σπείρων ὁμοῦ χαίρῃ καὶ ὁ θερίζων. 37 ἐν γὰρ τούτῳ ὁ λόγος ἐστὶν ὁ ἀληθινός, ὅτι ἄλλος ἐστὶν ὁ σπείρων καὶ ἄλλος ὁ θερίζων. 38 ἐγὼ ἀπέστειλα ὑμᾶς θερίζειν ὃ οὐχ ὑμεῖς κεκοπιάκατε· ἄλλοι κεκοπιάκασι, καὶ ὑμεῖς εἰς τὸν κόπον αὐτῶν εἰσεληλύθατε. 39 Ἐκ δὲ τῆς πόλεως ἐκείνης πολλοὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτὸν τῶν Σαμαρειτῶν διὰ τὸν λόγον τῆς γυναικός, μαρτυρούσης ὅτι εἶπέ μοι πάντα ὅσα ἐποίησα. 40 ὡς οὖν ἦλθον πρὸς αὐτὸν οἱ Σαμαρεῖται, ἠρώτων αὐτὸν μεῖναι παρ’ αὐτοῖς· καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ δύο ἡμέρας. 41 καὶ πολλῷ πλείους ἐπίστευσαν διὰ τὸν λόγον αὐτοῦ, 42 τῇ τε γυναικὶ ἔλεγον ὅτι οὐκέτι διὰ τὴν σὴν λαλιὰν πιστεύομεν· αὐτοὶ γὰρ ἀκηκόαμεν, καὶ οἴδαμεν ὅτι οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ σωτὴρ τοῦ κόσμου ὁ Χριστός…».
ΑΝΑΛΥΣΗ
Το σημερινό Ευαγγέλιο μας
μεταφέρει στη Σαμάρεια της Παλαιστίνης και συγκεκριμένα στο «φρέαρ του Ιακώβ». Εδώ θα δούμε τον
Κύριο να οδοιπορεί, να κουράζεται και να διψά «…την των πλανεμένων επιστροφήν…». Η σωτηρία του ανθρώπου ήταν η πείνα και η δίψα
Του. «…βρώμα Του και πόμα Του…»
(=τροφή και ποτό Του) είναι να εκπληρώσει το θέλημα του Πατρός Του, να σώσει
τον άνθρωπο. Κάθεται στο πηγάδι όχι για δική του άνεση αλλά να «ζητήση και
σώση» ένα απολωλός πρόβατό Του, τη γνωστή Σαμαρείτιδα, από το βάρος
της αμαρτίας και να την ποτίσει από την πηγή του «ζώντος ύδατος».
Μέσα στην πανηγυρική ατμόσφαιρα του
Πεντηκοσταρίου, η αγία μας Εκκλησία δεν πανηγυρίζει μόνο για την εκ νεκρών
Ανάσταση του Νυμφίου της, αλλά και την «εκ νεκρών» ανάσταση
των τέκνων της, τα οποία για να γευθούν την Ανάστασή Του, νέκρωσαν μέσα τους
και θυσίασαν τα πάντα, όσα δεν οδηγούν στον Χριστό, ακόμη και τη φυσική ζωή
τους.
Ένα τέτοιο τέκνο της Εκκλησίας είναι η
σημερινή Σαμαρείτιδα, που ζούσε άσωτη ζωή και μόλις γνώρισε τον Χριστό, θυσίασε
τα πάντα και έγινε ισαπόστολος και μάρτυς.
1.
Συνάντηση με
τη Σαμαρείτιδα
Η Σαμαρείτιδα πηγαίνει στο «φρέαρ» για να
πάρει νερό να δροσίσει το σώμα της, αλλά εκεί συνάντησε τον Χριστό. Όλη η ζωή
της ακόμη και η ελάχιστη λεπτομέρεια ήταν μπροστά Του γυμνή, ολοφάνερη. Ήταν
«…χαμαί κειμένη…» στην ασωτία και τις ηδονές του σώματος, δηλαδή ήταν νεκρή
πνευματικά. Ζούσε τη ζωή της φύσεως και είχε απωλέσει τη ζωή της Χάριτος.
Δεν
την εκθέτει όμως, δεν την προσβάλλει. Δεν της λέει ότι είναι πολύγαμη και ότι
ζει παράνομα! ΟΧΙ, η αγάπη ΔΕΝ τα επιτρέπει αυτά, γιατί «πάντα στέγει» (=όλα τα
σκεπάζει).
Την βλέπει πως είναι διψασμένη από
σώμα, αλλά και η ψυχή της διψά τον Θεό. Είχε ανάγκη, όχι μόνο από τη δροσιά του
πηγαδιού, αλλά και από το «ζων ύδωρ» του Αγίου Πνεύματος, για
να δώσει ζωοποιό κίνηση στη νεκρωμένη ψυχή της.
Πλανεμένη από το μισάνθρωπο, πως θα
γεμίσει η ψυχή της και θα βρει πλήρωμα ζωής στις πρόσκαιρες σαρκικές απολαύσεις
και ηδονές, ήταν δούλη και λάτρης των παθών, αλλά στερημένη από την εσωτερική
ανάπαυση, γιατί μόνο ο Θεός τη δωρίζει.
Τώρα όμως συναντιέται με το μοναδικό
Νυμφίο, ο οποίος θα την καλέσει σε γάμο άφθαρτο και αμίαντο, σε αγαπητική σχέση
και κοινωνία μαζί Του, που είναι πηγή ζωής αιώνιας και παντός αγαθού.
Ο διάλογος που αρχίζει ο Χριστός μαζί
της, διαφαίνεται πως και η ίδια είχε και άλλες αναζητήσεις εκτός από τα αισθητά
και γήινα. Ζήτησε από το Χριστό το «ύδωρ το ζων», που γι’ αυτήν ήταν νερό
φυσικό, για τον Χριστό όμως ήταν η Χάρις του Αγίου Πνεύματος. Και όταν
αντιλήφθηκε πως ο συνομιλητής της δεν ήταν ένας απλός άνθρωπος, αλλά κάποιος
Προφήτης, ζήτησε να πληροφορηθεί για τη λατρεία του Θεού. Φυσικά τον αληθινό
Θεό, δεν τον γνώριζε γιατί τη θέση του Θεού στη ζωή της πήραν τα αμαρτωλά πάθη,
τα οποία την κυβερνούσαν.
Γνώριζε ΜΟΝΟ μια τυπική λατρεία του
Θεού, την «εν τόπω», σύμφωνα με το
Νόμο και ζητά από το Χριστό να της πει ποιος είναι ο αληθινός τόπος λατρείας
του Θεού.
Ασφαλώς η Σαμαρείτιδα δεν μπορούσε να κατανοήσει
πως η ακόλαστη ζωή και λατρεία του σώματος, απέκλειαν τη λατρεία του Θεού. Νόμιζε
πως μπορούν και τα δύο να συνυπάρξουν, φθάνει να μάθει τον τόπο.
2.
Η νομική
λατρεία
Ο Χριστός δεν της απαντά για τον τόπο
της λατρείας, γιατί μ’ αυτή την λατρεία δεν ευαρεστείται ο Θεός, αφού δεν σώζει
τον άνθρωπο. Θα την οδηγήσει «θεοπρεπέστατα»
να αντιληφθεί, πως ο άνθρωπος είναι ο αληθινός «τόπος» λατρείας, στον οποίο ευαρεστείται ο Θεός. Λατρεία που
ασχολείται με «τόπους», προσφορές
θυσιών ζωών ή καρπών της γης και δεν ελευθερώνει τον άνθρωπο από τη δουλεία των
παθών, δεν αρέσει στον Θεό.
Ο Θεός «δια την των Ιουδαίων παχύτητα και ασθένειαν», που δεν ήταν σε θέση
να καταλάβουν, ότι ο «Θεός είναι πνεύμα», δέχθηκε
κατά παραχώρηση τις διάφορες θυσίες του Ισραήλ για να συντηρήσει την πίστη τους
σ’ ένα Θεό, καθώς και για να τους προετοιμάσει να δεχθούν τη μόνη θυσία που
σώζει, «του Αμνού του Θεού, του αίροντος
την αμαρτίαν του κόσμου». Η νομική λατρεία ήταν παιδαγωγική, με προοπτική
τον ερχόμενο Χριστό. Ο Θεός με τους Προφήτες εκφράζει το παράπονό, ότι ο λαός
Του τον τιμά μόνο «τοις χείλεσι» (=με
λόγια), «…ἡ δὲ καρδία αὐτῶν πόρρω ἀπέχει…» Ματθ. (15,3) (βρίσκεται πολύ μακριά) απ’ Αυτόν.
3.
Λατρεία «εν
πνεύματι και αληθεία»
Ο Χριστός θα βοηθήσει την
Σαμαρείτιδα να υπερβεί τον τύπο και να δεχθεί την ουσία, την «δωρεάν του Θεού».
Θα την οδηγήσει σε Μετάνοια και θα την προσανατολίσει στο Θεό και το θέλημά
Του. Για να την κάνει να δώσει ιδιαίτερη προσοχή σ’ αυτά που λέει, που είναι η
ουσία της σωτηρίας, της λέγει: «…Γύναι, πίστευσόν μοι...». Μ’ αυτές τις λέξεις «…καταρτίζει την πίστην της γυναικός και την οδηγεί
επί την πνευματικότερην λατρεία…».[1]
Και συνεχίζει ο Κύριος «…ἔρχεται ὥρα, καὶ νῦν ἐστιν, ὅτε οἱ ἀληθινοὶ
προσκυνηταὶ προσκυνήσουσι τῷ πατρὶ ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ
καὶ γὰρ ὁ πατὴρ τοιούτους ζητεῖ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτόν…».
Βλέπουμε εδώ με την ερμηνεία του Ιερού
Χρυσόστομου, πως σιγά σιγά ο Χριστός μας ανεβάζει ανάλαφρα την ψυχή της στον
ουρανό. Δεν περιορίζεται η λατρεία του Θεού σε λόγια, σε τόπους και νομικές διατάξεις.
Το Γαριζείν και ο Ιουδαικός Νόμος καταργούνται
και μαζί τους και οι νομικές διατάξεις για Σάββατα, για θυσίες, για
μόσχους, αμνούς και περιτομή. «…Τα αρχαία παρήλθεν, ιδού γέγονε καινά πάντα…». Η «σκιά
του Νόμου» μεταποιείται τώρα σε λατρεία πνευματική «…εν πνεύματι και αληθεία…».
Η Σαμαρείτιδα καλείται τώρα σε αλλαγή,
σε Μετάνοια, σε εγκατάλειψη του παλαιού τρόπου ζωής, στην υπέρβαση των γήινων
απολαύσεων. Όλα αυτά τα «γήινα» μοιάζουν με το νερό του πηγαδιού, που σταματά
την αισθητή δίψα προσωρινά. Τώρα απαιτείται η καθαρότητα του νου και της
καρδίας για να δεχθεί το «ύδωρ το ζων», μια άλλη απόλαυση αθανάτου ζωής, που
είναι η Χάρις του Αγίου Πνεύματος.
Το «εν πνεύματι και αληθεία» είναι
ο αρχικός αλλά και ο τελικός σκοπός της Λατρείας του «καινού αιώνος» που
αρχίζει με τον Χριστό. Το «πνεύματι» αναφέρεται στο Άγιο Πνευμα και το «αληθεία»
στο Χριστό. Επομένως για να λατρεύσει η Σαμαρείτιδα το Θεό, αλλά και ο κάθε
άνθρωπος προϋποθέτει ζωή «εν Χριστώ και
Αγίω Πνεύματι».
4.
Η μεταστροφή
Η Σαμαρείτιδα στο κάλεσμα του Χριστού «…εστράφη εις τα οπίσω…». Πήγε να καλέσει τους συμπατριώτες της να δουν
να γνωρίσουν το Χριστό. Από Προφήτη άρχισε να τον βλέπει και να τον πιστεύει ως
Μεσσία και ως Θεό. Πως διαφαίνεται μέσα από το κείμενο αυτό;
Όταν λέει στους συμπατριώτες της «…αναγγελεί ημίν πάντα…». Το «…πάντα…» είναι ιδιότητα μόνο του
Θεού. Άρα είναι προετοιμασμένη να δεχθεί τον Χριστό, έστω και αν πάσχει ψυχικά.
Η Σαμαρείτιδα άφησε ακόμη πίσω και την
«…υδρίαν αυτής…» δηλ. την στάμνα της με το φυσικό νερό. Δεν την μετέφερε στο
σπίτι της. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ξανάπιε νερό, αλλά ο Ευαγγελιστής θέλει να
δείξει και να τονίσει την μεταστροφή της από τα γήινα στα πνευματικά. Προτίμησε
την ζωή των παθών από τις ηδονές του σώματος, που ήταν το καθημερινό νερό της.
Η ψυχή ξεκινά να γεμίζει πλέον με Χριστό.
5.
Επίλογος
1ο Μήνυμα - Διδαχή
Ένας από τους πνευματικός μου διδασκάλους
που τον αγαπώ ιδιαίτερα λέει το εξής στο κήρυγμά του: «…Στο σημερινό Ευαγγέλιο βλέπουμε
τον άνθρωπο (Σαμαρείτιδα) γενικά να προσπαθεί να κρύψει τον αληθινό του εαυτό από τους άλλους,
(βλέπετε δεν ομολογούσε την αλήθεια ότι ήταν πόρνη βασικά αφού είχε 5 άντρες
και ήταν και στον 6) αλλά τελικά όσον και να ξεγελάσουμε όλους...ΜΟΝΟΝ ΕΝΑΝ δεν
μπορούμε να ξεγελάσουμε, τον Θεόν!!!!!.....».
2ο Μήνυμα - Διδαχή
Το Άγιο Πνεύμα είναι ο τόπος της αληθινής
λατρείας.
Η Αγία Γραφή λέει: «…Πρόσεχε να μη προσφέρεις σε οποιοδήποτε τόπο τη θυσία σου,
αλλά στον τόπο, που θα διαλέξει Κύριος ο Θεός σου…». Ποια είναι
αυτή η θυσία;
Είναι η θυσία των παθών, που είναι
δοξολογία στο Θεό (θυσία αινέσεως) και προσφέρεται στον «τόπο» που λέγεται Άγιο Πνεύμα, το οποίο μας το επισημαίνει ο ίδιος
ο Κύριος «…προσκυνήσουσι τῷ
πατρὶ ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ…» Αυτός είναι ο τόπος των Αγίων, γιατί
τον έχουν στη ψυχή τους. Όπως δε το Πνεύμα είναι τόπος των Αγίων, έτσι και οι
Άγιοι είναι τόπος του Αγίου Πνεύματος, γιατί προσφέρουν τους εαυτούς τους
καθαρούς για να κατοικήσει το Άγιο Πνεύμα και γίνονται ναός Του, τόπος αληθινής
λατρείας.
Έτσι έγινε και η Σαμαρείτιδα, Ισαπόστολος και μάρτυς του
Χριστού. Λάτρευε το Θεό «…εν πνεύματι και αληθεία…»,
γιατί έγινε κατοικητήριο της Αγίας Τριάδος. Τώρα μπορεί να λατρεύει το Θεό «…εν παντί τόπω
της δεσποτείας Αυτού…» όπως λέει
και ο ψαλμωδός.
Είθε με τις πρεσβείες της να γευθούμε και εμείς, έστω και
λίγο την εμπειρία του «ζώντος ύδατος».
6.
Η Σαμαρείτιδα, ή αλλιώς αγία Φωτεινή
Όπως προαναφέραμε η Σαμαρείτιδα έγινε μάρτυς του Χριστού
στον διωγμό του Νέρωνα. Θα αναφέρουμε μερικά από τα μαρτύρια που υπέστη η αγία
γιατί πραγματικά είναι άξια θαυμασμού και πρέπει να μας αποτελούν παράδειγμα
στην εν Χριστώ ζωή μας.
1. Την έβαλαν σε καμίνι που έκαιγε για 7 ημέρες, για
περισσότερη πυράκτωση. Χάρη όμως στο θείο πυρ της αγάπη του Χριστού, που
φλόγιζε τη ψυχή της, νίκησε το αισθητό πυρ και βγήκε σώα και αβλαβής.
2. Την πότισαν δηλητήριο, χωρίς να πάθει απολύτως τίποτα.
Δεν είπε ο Κύριος στο κατά Μάρκο Ευαγγέλιο (16, 18) «…κἂν θανάσιμόν τι πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει …»
3. Της έκοψαν όλα τα νεύρα και πάλι δεν έπαθε τίποτα.
4. Ανακάτεψαν θειάφι με λιωμένο μολύβι κα το έχυσαν στο
στόμα της Αγίας και αντί να την κάψει, δρόσισε την ψυχή της.
5. Την κρέμασαν και την έξαιναν σ’ όλο το σώμα και την
έκαιγαν με αναμμένες λαμπάδες. Η Χάρη του Θεού τη δυνάμωνε και αυτή δόξαζε το
Θεό.
6. Την τύφλωσαν και την έριξαν σε μπουντρούμι με δηλητηριώδη
φίδια. Ο Κύριος της φανερώθηκε της έδωσε πίσω το φως της και έκλεισε τις πληγές
της. Στη φυλακή έμεινε 3 χρόνια. Η φυλακή μεταποιήθηκε σε Ναό και ο Θεός
δοξαζόταν συνεχώς, γιατί ολόκληρη ήταν «ναός του Αγίου Πνεύματος».
7. Τη σταύρωσαν με άλλους μάρτυρες και την άφησαν κρεμάμενη
για 4 ημέρες. Άγγελος Κυρίου κατέβηκε και την θεράπευσε.
8. Την έγδαραν ενώ έψαλλε το «…Κύριε, ἐδοκίμασάς με, καὶ ἔγνως με·…» (138, 1) Στο τέλος την έριξαν σε ξεροπήγαδο και το
δέρμα της στο ποταμό.
9. Τέλος την έβγαλαν από το ποταμό και την έκλεισαν στη
φυλακή. Ο Κύριος της φανερώθηκε, και αφού τη σφράγισε με το σημείο του Σταυρού,
τη θεράπευσε και σε ατμόσφαιρα προσευχής και δοξολογίας του Θεού, παρέδωσε σε λίγες
μέρες σ΄ Αυτόν την άγια ψυχή της.
Μετά το «παθείν»
εισήλθε «εις την δόξαν Αυτού». Η
αγία Φωτεινή έλαβε το χάρισμα, όχι μόνο να πιστεύει στο Χριστό, αλλά και να «…πάσχει γι’ Αυτόν…». Φιλιπ. (1, 29) και μετά τη συμμετοχή στα παθήματα του
Ιησού, συνδοξάσθηκε με Αυτόν στην ουράνια δόξα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου