Ψαλ. 1,1 - Μακάριος ἀνήρ, ὃς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ ἀσεβῶν καὶ ἐν ὁδῷ
ἁμαρτωλῶν οὐκ ἔστη καὶ ἐπὶ καθέδρᾳ λοιμῶν οὐκ ἐκάθισεν.
Ψαλ. 1,1 (Νεοελληνική
απόδοση) -
Τρισευτυχισμένος και ευλογημένος από το Θεό είναι ο άνθρωπος
εκείνος, που δεν πορεύθηκε ποτέ δρόμο σύμφωνα με τας σκέψεις και τα θελήματα
των ασεβών ανθρώπων και ούτε προς στιγμή δεν στάθηκε εκεί, όπου διέρχονται οι
αμαρτωλοί, ούτε εκάθησε να λάβει μέρος εις συναναστροφές ανθρώπων, που είναι
διεφθαρμένοι και διαφθείρουν την κοινωνία.
Ερμηνεία – Ο
ψαλμός ξεκινά με μακαρισμό, με μια γλυκιά αρχή, που συνάμα προσδίδει και μια
γλυκιά αρχή όλου του ψαλτηρίου. Την μακαριότητα αυτή ποθεί κάθε ανθρώπινη ψυχή.
Ποιος είναι αυτός ο μακάριος άνθρωπος; Mας το
προσδίδει με 3 απαγορευτικά ρήματα που δηλώνουν 3 σκαλοπάτια που οδηγούν στο
κακό. Το «…ουκ επορεύθη…», «…ουκ έστη…», και το «…ουκ εκάθισε…».
Επομένως μακάριος σύμφωνα με το 1ο
ρήμα είναι εκείνος που δεν πορεύθηκε το δρόμο του σύμφωνα με τι σκέψεις, τις
θελήσεις, τις συμβουλές των ασεβών απίστων και μ’ αυτό τον τρόπο δεν έκανε την
1η κίνηση προς το κακό.
Το 2ο ρήμα μακαρίζει αυτόν που
δεν στάθηκε εκεί που διέρχονται οι ασεβείς, για να συνάψει τις πρώτες φιλίες με
τους αμαρτωλούς ανθρώπους.
Το 3ο ρήμα μακαρίζει αυτόν που
δεν συνεκάθησε σε συγκεντρώσεις διεφθαρμένων ανθρώπων, «λοιμών» κατά το ψαλμό,
για να συσκεφθεί περί προσηλυτισμού και άλλων ανθρώπων εις το κακό.
Ο Μ. Βασίλειος περί των πιο πάνω σχολιάζει
πως δεν μακαρίζει την αρετή, αλλά τον μη ποιούντα την αμαρτία, γιατί η αρχή της
ανάληψης των καλών, είναι η αναχώρησης των κακών. (Ψαλ. 36, 27).
Ψαλ. 1,2 - ἀλλ᾿ ἤ ἐν τῷ νόμῳ Κυρίου τὸ θέλημα αὐτοῦ, καὶ ἐν τῷ νόμῳ
αὐτοῦ μελετήσει ἡμέρας καὶ νυκτός.
Ψαλ. 1,2 (Νεοελληνική
απόδοση) -
Αλλ' εξ αντιθέτου με όλην του την καρδίαν έχει δώσει την
θέλησίν του και την σκέψιν του στον νόμον του Κυρίου και τον Νομον αυτόν θα
μελετά ημέραν και νύκτα.
Ερμηνεία – Το
«θέλημα» εδώ είναι ο πόθος, το σφοδρό και αδιάπτωτο ενδιαφέρον για την τήρηση
του νόμου του Θεού. Το «μελετήσει» με βάση την εβραϊκή παράδοση, που αποδίδεται
με το ρήμα «γιεγγέ», σημαίνει κινώ αδιαλείπτως τα χείλη, ψιθυρίζοντας το θείο
νόμο. Αυτή η μελέτη, επικοινωνία με το Θεό, θα πρέπει να γίνεται «ημέρας και
νυκτός». Ομοίως συνιστά ο Ιησ. 1, 8 «…ουκ αποστήσεται η Βίβλος του νόμου τούτου
εκ του στόματός σου και μελετήσεις εν αυτή ημέρας και νυκτός».
Ψαλ. 1,3 - καὶ ἔσται ὡς τὸ ξύλον τὸ πεφυτευμένον παρὰ τὰς
διεξόδους τῶν ὑδάτων, ὃ τὸν καρπὸν αὐτοῦ δώσει ἐν καιρῷ αὐτοῦ, καὶ τὸ φύλλον αὐτοῦ
οὐκ ἀποῤῥυήσεται· καὶ πάντα, ὅσα ἂν ποιῇ, κατευοδωθήσεται.
Ψαλ. 1,3 (Νεοελληνική
απόδοση) - Αυτός θα μοιάζει με το
δένδρο που είναι φυτεμένο εις τα πλούσια τρεχούμενα νερά και το οποίον θα αποδώσει
τους ωρίμους καρπούς του εις τον κατάλληλων καιρόν, τα δε φύλλα του ποτέ δεν θα
πέσουν. Έτσι και ο άνθρωπος ο αφοσιωμένος στον νόμο του Θεού. Όλα τα έργα, που
θα επιχειρεί, θα έχουν με την ευλογία του Θεού αίσιον πέρας.
Ερμηνεία – Το
ευτυχές αποτέλεσμα διαγωγής του δικαίου είναι «…ὡς τὸ ξύλον τὸ πεφυτευμένον…».
Ο ευσεβής άνθρωπος δεν δύναται να μελετά το θείο νόμο και να παραμένει ξηρός,
αλλά για να ζει καρποφόρος. Παρομοιάζεται λοιπόν με «ξύλον», δηλ. δένδρο,
ριζωμένο σε έδαφος επί «…διεξόδων τῶν ὑδάτων…». Τα πολλά αυτά ύδατα συμβολίζουν
τις ενισχύσεις του πιστού εκ του ουρανού, την πλούσια χάριν.
Αυτή την προσομοίωση τη χρησιμοποιεί και ο
Κύριος στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο (7, 37) «…ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ
πινέτω…» και να συνεχίζει στον επόμενο στίχο να μας διαβεβαιεί πως «…ὁ πιστεύων
εἰς ἐμέ… ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ῥεύσουσιν ὕδατος
ζῶντος…».
Τα φύλλα αυτού του δένδρου «…οὐκ ἀποῤῥυήσεται…»
δεν θα πέσουν, δεν πρόκειται να μαράνουν αλλά θα είναι πάντοτε πράσινα και
καρποφόρα, διακριτικά γνωρίσματα ζωής και ευμάρειας. Εδώ μας παραλληλίζει το
καρποφόρο δένδρο με το δίκαιο άνθρωπο, του οποίου όλα τα έργα «κατευοδούνται»
δηλ. ευοδούνται, επιτυγχάνουν, διότι ευλογούνται από το Θεό.
Ψαλμοί (1, 4 – 1, 6) --- Η δυστυχία του
αμαρτωλού.
Ψαλ. 1,4 - οὐχ οὕτως οἱ ἀσεβεῖς, οὐχ οὕτως, ἀλλ᾿ ἢ ὡσεὶ
χνοῦς, ὃν ἐκρίπτει ὁ ἄνεμος ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς.
Ψαλ. 1,4 (Νεοελληνική
απόδοση) – Δεν θα συμβαίνει όμως το
ίδιο και με τους ασεβείς, όχι· αλλά αυτοί θα ομοιάζουν σαν το χνούδι, το οποίον
παρασύρει ο άνεμος και το εξαφανίζει από το πρόσωπο της γης, από τα μάτια των
ανθρώπων.
Ερμηνεία – Εδώ
με την επανάληψη του «…οὐχ οὕτως…» τονίζεται η αντίθεση του δικαίου με του
ασεβή. Οι μεν δίκαιοι και ευσεβείς παραμένουν αειθαλείς, και φέρουν ώριμο
καρπό. Ενώ για τους ασεβείς
χρησιμοποιείται μια ωραία εικόνα που συναντάται συχνά στην Αγία Γραφή. Τους προσομοιάζει
με «…χνοῦς…», δηλ. άχυρο. Στα παλαιότερα χρόνια για να ξεχωρίσει ο γεωργός το
σίτο από τον άχυρο, ο γεωργός λιχνίζει, δηλ. πετά ψηλά τα αλωνισμένα σιτηρά για
να χωριστούν οι σπόροι (ο σίτος) από τα άχυρα. Ο δε σίτος μένει εκ των ποδών
του γεωργού, τα δε άχυρα, ένεκα του ελαφρού της βαρύτητάς τους, συμπαρασύρονται
από τον άνεμο.
Μ’ αυτό το παράδειγμα ο ψαλμωδός μας
δείχνει την μεγαλοπρεπή αντίθεση, δικαίου και ασεβή.
Ψαλ. 1,5 - διὰ τοῦτο οὐκ ἀναστήσονται ἀσεβεῖς ἐν κρίσει, οὐδὲ ἁμαρτωλοὶ
ἐν βουλῇ δικαίων·
Ψαλ. 1,5 (Νεοελληνική
απόδοση) - Δια τούτο, ηθικώς
αδύνατοι και άτολμοι, οι ασεβείς δεν θα έχουν το σθένος να σταθούν όρθιοι
ενώπιον του Κυρίου κατά τη μέλλουσα κρίσιν. Ούτε και οι αμαρτωλοί θα τολμήσουν,
να παρουσιασθούν εις την σύναξη των δικαίων.
Ερμηνεία – Εδώ
μας τονίζει πως οι ασεβείς, δεν θα μπορούν να σταθούν όρθιοι, μετά ανορθωμένης
της κεφαλής δια ν’ απολογηθούν, αλλά όπως το άχυρο έρπει επί της γης, έτσι και
αυτοί θα έρπουν ως κατακριτέοι. Δεν
πρόκειται περί επιγείου δικαστηρίου, αλλά περί δευτέρας παρουσίας του Κυρίου,
όπου τότε ο Κύριος θα χωρίσει το σίτο από το άχυρο, όπως διαφαίνεται και στο
κατά Ματθαίο Ευαγγέλιο (3, 12) «…συνάξει τὸν σῖτον αὐτοῦ εἰς τὴν ἀποθήκην, τὸ δὲ
ἄχυρον κατακαύσει πυρὶ ἀσβέστῳ…».
Η λέξη «βουλή» δεν έχει να κάνει με τη
βουλή του στίχ. 1 που είναι συμβουλή, αλλά με εδώ σημαίνει σύναξις, συγκέντρωσις.
Και εδώ εννοεί που δεν θα μπορέσουν να δυνηθούν να παρουσιασθούν οι ασεβείς,
όχι μόνο ενώπιον του Θεού αλλά και ενώπιον των δικαίων. Οι δίκαιοι θα είναι
μάρτυρες και σύνεδροι του μεγάλου Κριτού κατά την τελευταία ημέρα. «…οὐκ οἴδατε
ὅτι οἱ ἅγιοι τὸν κόσμον κρινοῦσι…». Α’ Κορ. (6, 2).
Ψαλ. 1,6 - ὅτι γινώσκει Κύριος ὁδὸν δικαίων, καὶ ὁδὸς ἀσεβῶν
ἀπολεῖται.
Ψαλ. 1,6 (Νεοελληνική
απόδοση) - Διότι ο Κύριος γνωρίζει
τον δρόμο, την συμπεριφορά και τα έργα των δικαίων και τους προστατεύει, ενώ οι
ασεβείς εγκαταλείπονται από τον Θεό, καταλήγουν εις την απώλεια τα έργα των και
αυτοί οι ίδιοι.
Ερμηνεία – Ο στίχος αυτός είναι η κατακλείδα του ψαλμού – «…γινώσκει Κύριος…». Ο Κύριος όλους τους γνωρίζει καλούς και κακούς. Οι δίκαιοι θα τυγχάνουν της στοργής και προστασίας του Θεού, οι δε άδικοι και ασεβείς, μη τυγχάνοντας της εύνοιας και προστασίας του Θεού, θα καταστραφούν, εκπιπτόμενοι διαρκώς εις τρομερά σκότη, μέσα σε συνεχή πλάνη, μέχρις ότου να καταστραφούν ολοσχερώς.
ΠΟΤΕ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ Ο ΨΑΛΜΟΣ 1;
1. Η ευλογία που
έρχεται από τη μελέτη και τη τήρησης του νόμου του Θεού.
2. Για αποφυγή του κακού και του μίσους από τους συνανθρώπους
μας.
3. Για το μακαρισμό σ’ όσους ελπίζουν στο
Χριστό.
4. Για την καρποφορία δένδρων και των αμπέλων.
5. Περιέχει μακαρισμό και έπαινο
των ευσεβών και δικαίων, ταλανισμό και κατηγορία δε των αμαρτωλών και ασεβών.
1 σχόλιο:
Πραγματικη Πνευματική τόνωση. Ευχαριστούμε.
Δημοσίευση σχολίου