Το να γερνάει κανείς…
Απόδειξη ότι γερνάει κανείς είναι
όταν οι αναμνήσεις είναι περισσότερες από τα όνειρα… Οι ηλικιωμένοι άνθρωποι,
που νιώθουν ότι η ζωή τους τελειώνει, μιλούν συνεχώς για το παρελθόν τους. Το
μέλλον δεν τους λέει τίποτε. Όμως όπως και να ‘χουν τα πράγματα, όλοι είμαστε
όμηροι του παρελθόντος.
Η ορθόδοξη λατρεία κέντρο της Εκκλησίας μας
Η Ορθόδοξη λατρεία ήταν, είναι και
θα είναι το κέντρο της Εκκλησίας μας. Είναι ο ανεκτίμητος θησαυρός της. Μέσα
στον ναό του Θεού και δια της λατρείας, ενώνεται η γη με τον ουρανό, ο άνθρωπος
με τον Θεό. «Εν τω ναώ εστώτες της δόξης σου, εν ουρανώ εστάναι νομίζομεν».
Τίποτε δεν ανυψώνει την ψυχή, δεν
της χαρίζει φτερά, δεν την ελευθερώνει από τα επίγεια δεσμά της, όσο ένας
λειτουργικός ύμνος που σ’ αυτόν ο ρυθμός και η μελωδία ενώνονται σε μια
πραγματική συμφωνία.
Η παλαιά και σύγχρονη παράδοση
Παλαιότερα οι ακολουθίες των μοναχών
χαρακτηρίζονταν με ελάχιστη δόση μελωδίας, για να μην παρεμποδίζεται η
κατανόηση των ψαλλόμενων. Είναι χαρακτηριστικός ο διάλογος του αββά Παμβώ με
νεαρό μοναχό (4ος αιώ.). Ο μοναχός ρώτησε τον αββά Παμβώ:
-
Αββά, αμίλητοι περνούμε τις μέρες μας σ’ αυτήν την έρημο
και δεν ψάλλουμε τίποτε, ούτε κανένας ούτε τροπάρια.
-
Αλίμονο μας, τέκνο μου, γιατί φθάνουν οι μέρες που οι
μοναχοί θ’ αφήσουν την στερεά τροφή που μας έδωσε το Άγιο Πνεύμα και θ’
αρχίσουμε τα άσματα και τους ήχους. Ποια όμως κατάνυξη και ποια δάκρυα γεννούν
τα τροπάρια; όταν στεκόμαστε μπροστά στο Θεό, με πολλή κατάνυξη οφείλουμε να στεκόμαστε,
και όχι με μετεωρισμό. Οι μοναχοί δεν βγήκαν σ’ αυτήν την ερημιά για να
ρεμβάζουν και να τραγουδούν και ν’ αλλάζουν ήχους.
Στη συνέχεια ο ίδιος πατήρ με πολύ
πόνο προφητεύει:
-
…έρχονται μέρες που οι χριστιανοί θα εγκαταλείψουν τα
βιβλία των θείων Γραφών και των θεσπέσιων Προφητών, θα ατονήσει το ενδιαφέρον
τους γι’ αυτά και θα τα αντικαταστήσουν με τροπάρια και κοσμικούς λόγους.
Ο αββάς Σιλβανός έλεγε κάποτε σε
κάποιο μοναχό «…διαβάζοντας τους ψαλμούς μελωδικά πέφτεις στην οίηση…».
Οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας
μας, δεν συμφωνούσαν με τους ασκητές. Πίστευαν ότι η μελωδία βοηθάει τη ψυχή ν’
ανέβει. Ο Μέγας Βασίλειος, αρχιεπίσκοπος Καισαρείας, - αντιλαμβανόμενος την
βαρύτατη ασθένεια που έχει πλέον κληρονομήσει
ο μεταπτωτικός άνθρωπος, ως προς την αποδοχή των θείων νοημάτων – παραβάλλει
την ψαλμωδία με το μέλι, με το οποίο αλείφουν τα χείλη του ποτηριού, το οποίο
περιέχει κάποιο θεραπευτικό φάρμακο, έτσι ώστε να γίνεται αυτό πιο ευπρόσδεκτο
από τον ασθενή. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, λέγει ο Μεγάλος Φωστήρ, οι πνευματικές
αλήθειες διδάσκονται μελωδικώς, για να ελκύσουν τη ψυχή του πιστού στην αποδοχή
του διδακτικού νοήματος του ύμνου και να επιτύχουν την εξύψωσή της προς το Θεό.
Η ψαλτική είναι τάλαντο
Ο λόγιος αρχιμανδρίτης π.
Καλλίστρατος Λυράκης σημειώνει: «το γλυκύ και τερπνόν της Βυζαντινής Μουσικής
απομακρύνει την αίσθηση του κόπου, με αποτέλεσμα την πρόθυμο ακρόαση των ύμνων
και τροπαρίων.
Εδώ θα τονίσουμε και αυτό που λέει ο
ιερός Χρυσόστομος, «Θεού το δώρον» της Μουσικής «προς την ανθρώπινη ασθένεια».
Αλλά και πάλι ο Μ. Βασίλειος λέγει ότι το Πανάγιο Πνεύμα «ένωσε τα θεία λόγια
των ψαλτικών με την ηπίαν και προσηνή εις την ακοή μας μελωδία, με σκοπό την
ωφέλειά μας.
Η θέση του Αγίου Σιλουανού του Αθωνίτη περί της μουσικής στις ακολουθίες
Αξίζει ν’ αναφέρουμε τη θέση του
αγίου Σιλουανού του Αθωνίτη μέσα από τη γραφή του γέροντα Σωφρονίου του Έσσεξ: «…Αγαπούσε πολύ ο γέροντας τις πολύωρες ιερές
ακολουθίες στο ναό, που είναι απέραντα
πλούσιες σε πνευματικό περιεχόμενο, και τιμούσε το έργο των ψαλτών και
των αναγνωστών… Παρόλη, όμως, την αγάπη του για τη μεγαλοπρέπεια, το κάλλος και
τη μουσική των ακολουθιών, έλεγε ότι, αν και καθορίστηκαν με το φωτισμό του
Αγίου Πνεύματος, αποτελούν κατά τη μορφή τους ατελή προσευχή και δόθηκαν στους
πιστούς, γιατί είναι προσιτές και ωφέλιμες σ’ όλους. Ο Κύριος μας έδωσε τις
εκκλησιαστικές ακολουθίες και την ψαλμωδία, γιατί είμαστε αδύναμα παιδιά. Δεν
ξέρουμε ακόμα να προσευχόμαστε, όπως θα έπρεπε, και έτσι η ψαλμωδία είναι
ωφέλιμη για όλους όταν ψάλλουμε με ταπείνωση. Είναι όμως καλύτερο, όταν η
καρδία μας γίνεται ναός του Κυρίου και ο νους θρόνος Του…».
Το «ψάλλειν επ’ εκκλησίαις», όπως
και η ιερωσύνη, είναι διακονία και χάρισμα. Τα χαρίσματα μέσα στην εκκλησία
αποβλέπουν στην «οικοδομή του σώματος
του Χριστού». Όταν αυτονομούνται πάυουν να οικοδομούν και γίνονται επικίνδυνα.
Τι είναι αμαρτία;
Η κακομεταχείριση των δώρων και των χαρισμάτων του Θεού. Πόσο
ωραία περιγράφει αυτή την πραγματικότητα το τροπάριο του όρθου της Μεγάλης
Τρίτης: «…Δεύτε πιστοί, επεργασώμεθα προθύμως τω Δεσπότη· νέμει γαρ τοις
δούλοις τον πλούτον, και αναλόγως έκαστος, πολυπλασιάσωμεν, το της χάριτος
τάλαντον. Ο μεν σοφίαν κομιείτω, δι’ έργων αγαθών. Ο δε λειτουργίαν λαμπρότητος
επιτελείσθω, κοινωνείτω δε του λόγου, πιστός τω αμυήτω, και σκορπιζέτω τον
πλούτον, πένησιν άλλος· ούτω γαρ το δάνειον πολυπλασιάσομεν, και ως οικονόμοι
πιστοί της χάριτος, δεσποτικής χαράς αξιωθώμεν· αυτής ημάς καταξίωσον, Χριστέ ο
Θεός, ως φιλάνθρωπος…».
(ελάτε πιστοί, να εργαστούμε πρόθυμα
για τον Δεσπότη. Γιατί δίκαια διανέμει τον πλούτο του κι ανάλογα ο καθένας μας
ας πολλαπλασιάσει το τάλαντο της χάρης που έλαβε…)
Η φωνή ως διακόνημα
Η φωνή είναι το μέσο της
εκκλησιαστικής διακονίας του ψάλτη. Χρειάζονται και μερικά ανθρώπινα μέτρα για
την καλλιέργεια και καλύτερη αξιοποίηση και απόδοση του χαρίσματος αυτού. Αυτό
πολύ όμορφα μας το διδάσκει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, «…αυτοί που ζουν κατά
Θεό συνδέονται πρώτα μαζί Του και κατόπιν προξενούν το ίδιο στους άλλους,
τελειοποιούνται και ύστερα τελειοποιούν!...».
Ο Μέγας Αθανάσιος λέγει ότι: «…Δια
τον Θεό η μελωδία δεν ευρίσκεται εις την καλλιφωνία, αλλά εις την αταραξία –
την απαλλαγή από τα ποίκιλα πάθη – του έσω ανθρώπου, η οποία εξωτερικεύεται με
την αρμονία της ψαλτικής… Η γνήσια μελωδία είναι απόδειξης της αρμονίας των
λογισμών της ψυχής. Όταν δεν συμβαίνει αυτό, τότε, αυτοί που ψάλλουν τις θείες
ωδές, δεν ψάλλουν συνετώς και θεαρέστως, απλώς ευχαριστούν την ακοή τους.
Πατήρ Ιωάννης Ρωμανίδης – Ο Σκοπός της Εκκλησιαστικής μουσικής
Ο σκοπός της εκκλησιαστικής
μουσικής, όχι μόνο τα λόγια, αλλά και ο σκοπός της μουσικής, είναι να
προκαλέσει κατάνυξη στους πιστούς. Είναι άλλο η κατάνυξη, άλλο ο
συναισθηματισμός.
Η ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση
δεν αποβλέπει σε συναισθηματική φόρτιση και σε ευχαρίστηση των αισθητηρίων
οργάνων, αλλά στην κατάνυξη της καρδίας, στην απόσπαση του νου από τα αισθητά.
Το κύριο χαρακτηριστικό της ψαλτικής
Η ψαλτική τέχνη αποκαλύπτει το
οντολογικό κάλλος, που φωτίζει και κατηχεί όλη την Εκκλησία… Η ψαλτική τέχνη
δεν είναι δίχως σκοπό και αναφορά σε πρόσωπο, γιατί από την μία αποτελεί κατήχηση
(ήχος) και από την άλλη έλλαμψη των ενεργειών του Θεού στον άνθρωπο. Αυτό είναι
το κύριο χαρακτηριστικό της ψαλτικής. – Στυλιανού Γερασίμου. Με τον Γρ. Στάθη
να συμπληρώνει: η τέχνη που υπηρετεί τη λατρεία είναι καθαρά εκκλησιαστική
τέχνη και ο χαρακτήρας της είναι μυσταγωγικός-αναγωγικός.
Αν η ψαλτική τέχνη ξεφύγει από τον
σκοπό της, μπορεί να καταντήσει όχι απλώς άχρηστη αλλά και επικίνδυνη. Δεν θα
διαφέρει από την κοσμική μουσική.
Η ψαλμωδία δεν είναι καλλιτεχνική
επίδειξη αλλά εκκλησιαστική διακονία. Ο Θεός δεν ακούει τις κραυγές στο
«Αθάνατος», αλλά τι ψάλλει ο καθένας μέσα του «άδοντες και ψάλλοντες εν τη
καρδία ημών τω Κυρίω», γράφει ο Απόστολος (Εφεσ. 5, 19) … Η Εκκλησία δεν θέλει
καλλιτέχνες και τραγουδιστές, αλλά ανθρώπους με ιερατική και λειτουργική
συνείδηση.
Να ψάλλετε πρώτα με προσευχή και μετά με μουσική!
Παιδία μου πρώτα θα ψάλλετε με
προσευχή και μετά με μουσική. Αυτό που λέτε να το αισθάνεστε, να κατανύγεσθε.
Πρώτα το μέρος και μετά το μέλος. Η προσευχή καταξιώνει τη μουσική. Ο Θεός δεν
έχει καμμία αγγελική επιτροπή μουσικής κριτικής για να βαθμολογεί τις αποδόσεις
στη μουσική τέχνη. Ο Θεός ακούει στόματα και ψυχές, που με ευλάβεια και πίστη
Τον υμνούν και Τον παρακαλούν. Μια ψαλμωδία που μας κάνει να προσέξουμε
περισσότερο τη μουσική παρά τον λόγο δεν είναι καλή για τη θεία Λατρεία.
Αυτός που ψάλλει με αγνότητα, λέγει ο άγιος Ιωάννης
Χρυσόστομος, κάνει ξανά καινούρια την ψυχή του και γίνεται ναός του Αγίου
Πνεύματος.
Για να τραβήξει τη Χάρη
του Αγίου Πνεύματος η ψυχή που ψάλλει, δεν χρειάζεται η μελωδία να είναι
σύμφωνα με τους κανόνες της μουσικής, αλλά να είναι ομόφωνη με τις αγγελικές
υμνωδίες. Ο ιερός Χρυσόστομος υπογραμμίζει ότι
«…και γέρος να είναι κανείς και νέος και σκληρόφωνος και ιδέα να μην έχει από
μελωδία και ρυθμό, αμαρτία δεν είναι.
Γιατί αυτό που ζητάμε εδώ είναι ψυχή σε εγρήγορση, νους που να μην κοιμάται,
καρδιά κατανυγμένη, υγιής λογισμός, συνείδηση καθαρισμένη…».
Η μουσική υπηρετεί, δεν υπηρετείται.
Ο μακαριστός Μητροπολίτης Σηλυβρίας Αιμιλιανός τονίζει επί αυτού «…ο κάθε ύμνος
μεταφέρει την φωνή των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας. Ομολογητών και Μαρτύρων.
Αυτή η φωνή αναμένεται ν’ ακουσθεί. Η
ψαλμωδία δεν είναι ανιαρός μονόλογος με απαλή μουσική δια να αποκοιμίζει, αλλά
έναυσμα προς συνάντηση και κοινωνία Θεού και ανθρώπου.
Για τον Θεό δεν θα μετρήσει η
ποσότητα των ύμνων, τα αργά μέλη, τα «κλασσικά» μαθήματα, ούτε η ποιότητα της
μουσικής εκτέλεσης, αλλά η ποιότητα της προσευχής.
Διάσπαση και μετεωρισμός του νου
«…Πολλές φορές ενώ την ψαλμωδία
εκτελούσα, βρέθηκα να υπηρετώ την αμαρτία, κι ενώ με την γλώσσα έψαλλα άσματα,
με την καρδία ανόητα λογιζόμουν. Διόρθωσέ τα και τα δύο με τη μετάνοια, Χριστέ
και Θεέ μου, και σώσε με…»
Αυτή η διάσπαση, ο εσωτερικός
διχασμός, φαίνεται καθαρά την ώρα της προσευχής. Ο νους δεν συμμαζεύεται. Αλλά
λένε τα χείλη, αλλού είναι ο λογισμός. Γι’ αυτό και όλος ο αγώνας είναι να
ενοποιηθεί ο έσω άνθρωπος. «…να ψέλνεις με το πνεύμα, να ψέλνεις όμως και με
τον νου!...» Α’ Κορ. (14, 15)
Ο αββάς Ευάγριος έλεγε πως αν η
προσευχή είναι τόσο δύσκολη και απαιτεί εσωτερικό αγώνα και νήψη, πολύ
περισσότερο απαιτεί η ψαλμωδία.
Αν κάποιος κατά την ώρα της
προσευχής και της ψαλμωδίας ρεμβάζει και διασπάται, αυτός παροργίζει τον Θεό. Εκείνος
όμως που με προθυμία και σοβαρότητα απολαμβάνει τη μελωδία, αυτό γίνεται
κοινωνός του αγίου Πνεύματος.
Ένα απόφθεγμα του αββά Θεοδώρου του Ενάτου θα
πρέπει να μας προβληματίσει πολύ – κληρικούς, ιεροψάλτες, λαϊκούς. «…Εάν ο Θεός
υπολογίσει τους περισπασμούς μας κατά τις προσευχές και την αιχμαλωσία του νου
κατά την ψαλμωδία, δεν έχουμε καμιά ελπίδα σωτηρίας.
«…Πολλάκις τήν υμνωδίαν
εκτελών,
ευρέθην τήν αμαρτίαν
εκπληρών,
τή μέν γλώττη άσματα
φθεγγόμενος,
τή δέ ψυχή άτοπα
λογιζόμενος,
αλλ’ εκάτερα διόρθωσον, Χριστέ ο Θεός,
διά τής μετανοίας, καί
σώσόν με».
Λογισμός της υψηλοφροσύνης
Πολλές φορές όταν ψάλλω, αισθάνομαι
ότι υψηλοφρονεί ο εαυτός μου. Πως μπορώ εεκείνη την ώρα ν’ αντιταχθώ στο
λογισμό της υψηλοφροσύνης:
Απόκριση Βαρσανουφίου:
Όταν υψηλοφρονεί η καρδία στην
ψαλμωδία, να θυμάσαι ότι έχει γραφεί: Αυτοί που με παραπικραίνουν να μην
υψηλοφρονούν Ψαλ. (65, 7) Διότι «παραπικραίνω» σημαίνει να μην ψάλλω συνετώς,
με φόβο Θεού. Και ερεύνησε τον εαυτό σου μήπως ρεμβάζει την ώρα της ψαλμωδίας. Και
οπωσδήποτε θα βρεις ότι ρεμβάζει και κατά συνέπεια είναι βέβαιο ότι παροργίζεις
το Θεό.
Ψαλώ τω Θεώ μου ή τω εαυτώ μου;
Όταν η λατρεία νοθεύεται, όταν
επικρατούν τα επουσιώδη και όχι τα επουσιώδη, όταν δίνουμε περισσότερη σημασία
στα μικρά και όχι στα μεγάλα, όταν η λατρεία του Θεού μεταβάλλεται σε λατρεία
του εγώ, όταν προβάλλεται ο άνθρωπος και χάνεται ο Χριστός, δεν μπορεί ένας… να
μην εκφράζει τον προβληματισμό του, να μην κοινοποιεί την αγωνία του. Το
αναλόγιο έχει γίνει σκάλα επιδεικτικής μανίας. Μια από τις πολλές ιστορίες που
το καταδεικνύει αυτό είναι η ακόλουθη:
Σε κάποια αγρυπνία έψαλλαν πολλοί
μοναχοί ιεροψάλτες. Όταν ήλθε η στιγμή να διαβάσουν τις Ώρες, κανείς δεν ήθελε
να διαβάσει, για να μην κουράσουν τις φωνές τους. Έγινε μια χασμωδία. Όλοι
επέμεναν πεισματικά να μην διαβάσουν. Τη λύση έδωσε ένας πολύ ταπεινός μοναχός.
Πήγε ταπεινά στο αναλόγιο και άρχισε να διαβάζει. Και τότε είδε το Άγιο Πνεύμα
να κατεβαίνει στο κεφάλι του. Είδες; στον ταπεινό άνθρωπο κατέβηκε το άγιο
Πνεύμα, όχι στους άλλους καλλίφωνους.
…Κάποτε ο π. Συνέσιος, μοναχός
ιεροψάλτης, παρακαλούσε την αγία Παρασκευή, την οποία πολύ ευλαβείτο, να του
αφαιρέσει οτιδήποτε ήταν επιβλαβή για την ψυχή του. Μια μέρα διαπίστωσε ότι η
φωνή του βράχνιασε, μάταια προσπάθησε να την καθαρίσει και να την επαναφέρει. Η
αγία Παρασκευή εισάκουσε την προσευχή του… όταν έψαλλε, αισθανόταν μια
ιδιαίτερη ευχαρίστηση και γλυκαινόταν για τη μελωδική του φωνή, τόσο που
ξεχνιόταν ο νους του και ξέφευγε από την έννοια των θείων λόγων και αντί να δοξολογεί
με τους θείους αυτούς ύμνους τον Ύψιστον, αυτός γλυκαινόταν για τη φωνή του που
ήταν γλυκειά κι έμπαινε μέσα στη ψυχή του ένα είδος κρυφής υπερηφάνειας και με
τον τρόπο αυτό κατάφερνε ο δαίμων της υπερηφάνειας να χάνει ο άνθρωπος την
επαφή των ψαλλόμενων και την ένωση του νου με τον Θεό και έτσι μετατρεπόταν η
προσευχή του σε αμαρτία, όπως και πάλι λέγει το Πνεύμα το Άγιον «…και η
προσευχή αυτού γενέσθω εις αμαρτίαν…» Ψαλ. (97, 7)
Ο π. Συνέσιος έκτοτε δεν ξαναέψαλε
αλλά δόξαζε το Θεό μέρα-νύχτα, με τους άλλους πατέρες μέχρι που απήλθε της
πρόσκαιρης ζωής χαίρων και αγαλλόμενος με τη θεία και νοερά προσευχή.
Μας αρέσει να μας «χαϊδεύουν τ’ αυτιά!»
Στους ανθρώπους αρέσει γενικώς να
τους χαϊδεύουν τα αυτιά, αλλά ο πνευματικός κίνδυνος είναι τεράστιος, γιατί, μη
έχοντας στοιχειώδη αυτογνωσία, με τους συνεχείς επαίνους μαθαίνουμε να ζούμε
εκτός πραγματικότητας.
Ηχορρύπανση
Η επίσκεψη της Χάριτος γίνεται σε
λεπτές ψυχές και απαιτεί λεπτούς τρόπους. Η προσέγγιση στους θησαυρούς της
Λατρείας μας δεν έρχεται «εν συσσεισμώ» (όπου «ουκ εν αυτώ ο Κύριος») αλλά «εν
φωνή αύρας λεπτής», ώστε να παραμείνει χώρος μέσα μας για βιώματα συντριβής και
ευγνωμοσύνης.
Ο Παπαδιαμάντης αναφερόμενος στο
σημείο που ο Θεός εμφανίσθηκε στον προφήτη Ησαΐα παρατηρεί ιδιαίτερα τη φράση
«διο Ιησού τω πράω ψάλλομεν», όχι εν συσσεισμό, όχι εν πνεύμα βίαιον, όχι ως
πυρ εκδειματτούν, αλλά εν φωνή αύρας λεπτής. Και η φωνή της αύρας της λεπτής
είναι η φωνή του πράου Ιησού, είναι η φωνή του Ευαγγελίου.
Και δια τούτο ο μελωδός, «Ιησού τω
πράω ψάλλομεν». Και δια τούτο, θαρρούντως επιφέρομεν ημείς, οφείλομεν να
ψάλλωμεν εν Εκκλησία με πραείας φωνάς, με φωνήν αύρας λεπτής, και όχι με
πολυφωνίας και παραφωνίας, αίτινες ομοιάζουν με το πνεύμα του ανέμου το βίαιον
και με τον συσεισμόν, μέσω των οποίων δεν εφανερώθη ο Θεός».
Στην προς Εφεσίους επιστολή ο απ.
Παύλος μας λέει «…Να πλημμυρίζετε από το Άγιο Πνεύμα, καθώς θα τραγουδάτε και
θα ψάλλετε στις συνάξεις σας ύμνους και ωδές πνευματικές, να ψάλλετε με την
καρδιά σας στον Κύριο και να ευχαριστείτε πάντοτε και για πάντα το Θεό και
Πατέρα στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Ύφος ή ήθος
Η πραγματική παραφωνία είναι όταν η
καρδιά δεν είναι αγγελική. «Ψάλατε τω Θεώ ημών ψάλατε… καλώς ψάλατε… ψάλατε
συνετώς…» Ψαλ. (32, 36). «Τους επί το ψάλλειν εν ταις Εκκλησίαις παραγενομένους
κραυγήν εκβιάζεσθαι, μήτε τι επιλέγειν των μη Εκκλησία αρμοδίων τε και οικείων,
αλλά μετά πολλής προσοχής και κατανύξεως τας τοιαύτας ψαλμωδίας προσάγειν τω
των κρυπτών εφόρω Θεώ…
«Ὁ λαός οὖτος τοῖς χείλεσί μέ τιμᾶ, ἡ
δέ καρδία αὐτῶν πόρρω ἀπέχει ἀπ' ἐμοῦ· μάτην δὲ σέβονταί με, διδάσκοντες
διδασκαλίας ἐντάλματα ἀνθρώπων.». Ο λαός αυτός με τα χείλη με τιμά, η καρδιά
του όμως απέχει πολύ μακριά μου. Ανώφελα με λατρεύουν αφού διδάσκουν εντολές
που έχουν επινοήσει οι άνθρωποι.
Δεν ψάλλουμε για να κοιμίσουμε τον
κόσμο, αλλά για να διεγείρουμε «εαυτούς και αλλήλους» σε προσευχή και σε πόλεμο
πνευματικό (αόρατο). Τονίζει ο απόστολος Παύλος «…ὰν ἄδηλον φωνὴν σάλπιγξ δῷ,
τίς παρασκευάσεται εἰς πόλεμον; οὕτω καὶ ὑμεῖς διὰ τῆς γλώσσης ἐὰν μὴ εὔσημον
λόγον δῶτε…» Α Κορ. (14, 8-9)
(Και εάν πάλι η πολεμική σάλπιγγα
βγάλει φωνή χωρίς νόημα και σημασία, ποιός θα παρασκευασθεί εις πόλεμο και θα
λάβει μέρος εις την μάχη; Έτσι και σεις, εάν με την γλώσσα σας δεν πείτε λόγο,
που να έχει νόημα και σημασία σαφή και καταληπτή στους άλλους, πως είναι
δυνατόν να εννοηθούν τα λεγόμενά σας;)
Δεν είναι χλωροφόρμιο η μουσική του
ψάλτη. Δεν είναι υπνωτήριο η εκκλησία. Είναι αγωνιστήριο προσοχής και
προσευχής. Είναι εγερτήριο σάλπισμα κάθε τι που λέγεται και ψάλλεται. Δεν είναι
θέατρο ή μέγαρο μουσικής ή λυρική σκηνή η εκκλησία. Είναι τόπος προσευχής Ματθ.
(21, 13). Είναι μετάδοσης του θείου λόγου. Είναι μετάληψης της θείας Κοινωνίας.
Είναι ένωσης και κοινωνία αγάπης. Όλοι οι πιστοί με μια ψυχή «εν ενί στόματι
και μια καρδιά» υμνούν και δοξάζουν τον Τρισάγιο Θεό.
Η Θεία Λειτορυγία
Η Λειτουργία δεν είναι ένα σκέτο
κήρυγμα. Δεν είναι ένα άκουσμα. Ούτε ένα θέαμα. Η Λειτουργία δεν παλιώνει ποτέ.
Δεν στερεύει το πόμα της. Δεν μπορεί κανείς ότι την έμαθε ή τη συνήθισε. Αν μια
φορά την καταλάβει, ανα μια φορά παρασυρθεί από την έλξη της.
Οι πιστοί δεν παρακολουθούν σαν
θεατές και ακροατές κάτι που τους συγκινεί λίγο ή πολύ. Οι πιστοί μετέχουν στη
Θεία Λειτουργία. Μέσα στον κάθε πιστό, και σ’ όλη τη λειτουργική κοινότητα, ιερουργείτε
το μυστήριο. Δεν βλέπουμε τον Χριστό εξωτερικά, τον συναντάμε μέσα μας.
Μορφούται εν ημίν ο Χριστός. Γίνονται οι πιστοί Χριστοί κατά χάριν.
Τι είναι το στασίδι:
Ένας τάφος ορθός και μας τον χάρισε
ο Θεός δια διδάσκαλο, να μπαίνουμε μέσα και να στοχαζόμαστε τις αμαρτίες μας,
τον θάνατο, την κόλαση, τον Παράδεισο.