Πάντα είχα την απορία, πώς άντεξε ο άγιος Νεκτάριος τόσο
διωγμό, συκοφαντίες, κακίες και φθόνο απ’ τους ανθρώπους.
Άνθρωποι της Εκκλησίας ήταν που τον πολέμησαν, αν
θυμάσαι. Διαβάζοντας το βίο του, όμως, βρήκα μια εξήγηση. Και για όσα τράβηξε.
Και για τον τρόπο που τ’ αντιμετώπισε.
Μικρός,
λοιπόν, είχε ζητήσει απ’ το Θεό να γίνει άγιος!!
Και σοβαρολογούσαν και οι δύο!
Και ο άγιος σοβαρολογούσε, μα σοβαρολογούσε και ο...
Θεός.
Γι’ αυτό, νομίζω, πέρασε όσα πέρασε:
Για να υλοποιηθεί αυτή η προσευχή η παιδική.
Με διδάσκει πολύ το ότι ο άγιος, ήταν άνθρωπος υπεύθυνης
και σοβαρής σχέσης με το Θεό.
Ζήτησε κάτι βαρύ, και δέχτηκε το τίμημά του! Χωρίς «μα» και «μου», και «γιατί» και «πώς» και «ξέρετε,
δεν εννοούσα αυτό».
Σου λέει, «Το ζήτησα ο ίδιος. Ζήτησα την αγιότητα. Λάβε
τώρα αυτό που ζήτησες, ψυχή μου. Αγκάλιασέ το. Και ψάξε το θησαυρό που κρύβεται
μέσα του. Και δες το Σταυρό που έλαβες, ως απάντηση στη δική σου προσευχή. Και
περίμενε την Ανάσταση!».
Το είπε, το έκανε, το έζησε, κι ησύχασε η καρδούλα του.
Παρόλο που τα μεγάλα μάτια του έσταζαν συχνά δάκρυα
πόνου. Άνθρωπος ήταν κι αυτός. Άγιος. Δηλαδή, Τιτάνας του αγίου Πνεύματος. Μα
κι ευαίσθητος σαν παιδί.
Άγιε μου, Νεκτάριε.
Είσαι ο αγαπημένος μας. Και το ξέρεις.