Τί υπέρ φυσική ομορφιά, τί
πανανθρώπινο κάλλος,
που έχει η θέα Σου Κύριε, που κανείς
δεν έχει άλλος.
Αυτή σου η ομορφιά, αντανακλά στα
βάθη της καρδιάς μας,
και ύμνος και δοξασία γίνεται, της
καθημερινής χαράς μας.
Από πού πηγάζει αυτή η υπερφυσική
ομορφιά,
από πού προέρχεται αυτή η ανείπωτη
ωραιότητα;
Μήπως είναι από το κύρος της
θεότητάς Σου,
ή μήπως είναι από το μέγεθος της
αγαθότητάς Σου;
Μήπως είναι από την ανεξίτηλη και
ατέρμονη σου αγάπη,
ή μήπως είναι που για χάρη σου το κακό
ανετράπη;
Μήπως είναι από το ύψος της θεϊκής
σου λαμπρότης,
που ακόμα και οι ουρανοί στερούνται
της δικής Σου καθαριότης;
Μήπως είναι από το μέγεθος, της
ουράνιας Σου πανσοφίας,
σε σχέση με τη φτωχή στο πνεύμα, κοσμικής
μας ευφυΐας;
Κύριε αξίωσον τα παιδιά Σου εν τω
κόσμω, τα πλανημένα,
μην πάρουν το δρόμο του μαμωνά και
μείνουν μαραμένα.
«…Αλλά
θαρρούμε εις το έλεος της ευσπλαχνίας Σου…»,
σημάδι ελπίδας της θεϊκής
φιλανθρωπίας Σου.
Είσαι Κύριε ο «Ωραίος» που ζυγίζει
τα καλά και τα κακά μας,
και διαρκώς εργάζεσαι με απώτερο
σκοπό, την αγιότητά μας.
Είσαι Θεέ μου «ωραίος», γιατί όσο ο
καθένας μας σε σταυρώνει,
Εσύ παραμένεις απαθής και με ανοικτή
αγκάλη τον ζυγώνεις.
Είσαι Πατέρα μου «ωραίος» γιατί όσοι
εκ των εθνών σε αντιμάχονται,
Εσύ συγκαταβαίνεις, αντί σαν «σκεύη κεραμέως» να συνθλίβονται.
Είσαι ο «Ωραίος» που μέσα στην δυσωδία
της δικής μας ζωής,
μας παρέχεις το δικό Σου άρωμα, της
ζωοποιούς Σου πνοής.
Είσαι Εκείνος που μας παρέχει, το
δικό Του, χαρμόσυνο φως,
ώστε στις δοκιμασίες ο άνθρωπος, να
μην είναι πνευματικά τυφλός.
Μέσα στα σκοτάδια της κοσμικής, δικής
μας ματαιότητας,
προβάλλει η ελπιδοφόρα, η σωτηρία,
της δικής Tου οντότητας.
Πρέπει η «…Χάρις του Θεού να ενοικήσει εν ημίν…»,
ώστε εκ κόσμου να γευόμαστε την θεϊκή
Tου ισχύν.
Πώς θα αποκτήσουμε αδέρφια μου, τη
Χάρη του Θεού,
ώστε Ζωή αιώνια να έχουμε, εις
ωφέλεια κάθε χριστιανού;
Ο κάθε μας συνάνθρωπος, είναι
θησαυροφυλάκιο Χάριτος,
«…αλλήλων
τα βάρη βαστάζετε…» για να επέλθει ο Παράκλητος.
Ο Θεός είναι ο ζητιάνος στη γωνιά,
που περιμένει τη δική σου βοήθεια,
είναι ο φτωχός που ζητάει ταπεινά,
τη δική σου παροδική προμήθεια.
Είναι Εκείνος ο φυλακισμένος που
λυπάται μονάχος μέσα στο κελί,
και για μια ανθρώπινη παρηγοριά,
μέσα του παρακαλεί.
Είναι Εκείνος που ασθενεί, μέσα στην
κλίνη του κατάκοιτος,
και ζητεί ανάταση ψυχής, γιατί είναι
σωματικά παράλυτος.
Είναι Εκείνος ο τυφλός που κάθεται
στην άκρια του μπαλκονιού,
και ζητάει κάποιον να του ψιθυρίσει
την ομορφιά της θέας του νυν καιρού.
Ο Ωραίος διαρκώς σε καλεί, σου ζητάει
να Τον πλησιάσεις,
όχι μόνο Αυτός να έρχεται, στις
δυσμενείς σου καταστάσεις.
Πρέπει να γίνουμε και εμείς ως άλλοι
Σαμαρείτες,
την αγάπη Του να κερδίσουμε, ως
ουράνιοι πρεσβευτές.
Μας έδειξε με το δικό Του παράδειγμα
πώς να του ομοιάσουμε,
και μέσα από τη ζωή της καθημερινής
θυσίας μας, ν’ αγιάσουμε.
Είναι ο Ωραίος που μαζί με τους
ασθενείς, βρίσκεται εκεί στο κρεβάτι του πόνου,
διαμηνύοντάς τους ότι συγκληρονόμοι
θα γίνουν, του βασιλικού του Θρόνου.
Είναι ο Ωραίος που όταν σκύβεις από
τους πόνους και καρδιοχτυπάς,
σ’ ανασηκώνει τρυφερά και σου
δείχνει με πιό τρόπο πρέπει ν’ αγαπάς.
Είναι το χαμόγελο μέσα στην
στεναχώρια, η ομορφιά μέσα στην πίκρα,
η πανευφρόσυνη χαρά μέσα στην λύπη, η
γλυκιά αύρα μετά την μπόρα.
Είναι η ελπίδα μέσα στην απελπισία,
η επίγνωση μέσα στην απόγνωση,
το θάρρος μπροστά στον όλεθρο, η
ανάταση μέσα από την κόπωση.
Είναι το φως το ανέσπερο που διαλύει
κάθε σου σκοτάδι,
και η παρουσία Του είναι τόσο
τρυφερή, σαν το μητρικό το χάδι.
Είναι η πραότητα μέσα στην
αγριότητα, η ευτυχία μέσα στην ματαιότητα,
είναι ότι πιο πολύτιμο υπάρχει,
γιατί μόνο Αυτός σου δίνει την πληρότητα.
Είναι η περικεφαλαία του αγώνα Σου, ο
θώρακας στις βολές του εχθρού,
αλλά και το δόρυ της δικαιοσύνης
στους αμετανόητους ποιητές του κακού.
Είναι ο Ωραίος των ουρανών, η
ζωντανή και αναλλοίωτη ελπίδα,
η Ζωή της αφθαρσίας, των δαιμόνων
τρόμος και των ανθρώπων ασπίδα.
Χαίρε! ω χαίρε! αγαπημένε μου
αδερφέ, ο Ωραίος της ζωής σου σε καλεί,
άνοιξε Του την καρδιά σου, και άφησε
Τον εν τω οίκω σου, να εισελθεί.
Χαίρε! ω χαίρε! ευλογημένη μου
πατρίδα, ο Ωραίος σου σε καλεί,
ο μανιακός εραστής της ψυχής σου,
στο δείπνο Του σε προσκαλεί.
«…Χαίρετε
έθνη και ηττάσθε ότι μεθ’ ημών ο Θεός…»,
για το μεγάλο ταξίδι να ετοιμάζεσθε,
εκ δεξιών του Πατρός.
Χαίρε! ω χαίρε! γλυκιά μου ψυχή, ο
Ωραίος σου σε καλεί,
δείξε του και συ πως είσαι έτοιμη,
όταν τον θάνατο απαξιείς.